Διαβάζοντας τις απαντήσεις του που διακρίνονται για την ειλικρίνεια, την απλότητα και την καθαρότητα, πολλές φορές διερωτήθηκα: πως μπορεί να περάσει το έργο του π. Ιωνά στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και να γίνη είδηση;

Και το θέμα αυτό αποκτά ενδιαφέρον γιατί σήμερα ως ειδήσεις χαρακτηρίζονται μόνο τα «σκάνδαλα» και οι άστοχες ενέργειες κάποιων αρρωστημένων μελών της Εκκλησίας και όχι η καθαρή και αγνή ζωή των Αγίων και η μετάνοια των ανθρώπων.

Απόψεις από την Ιεραποστολή στην Ταϊβάν

π. ΙΩΝΑΣ: Σας ευχαριστώ πολύ που με θυμάστε και σας παρακαλώ κατ’ αρχήν να διαβιβάσετε τον σεβασμό μου, την μετάνοιά μου και την αγάπη μου στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο, που με την ευλογία του και την αγάπη του εδώ μας περιβάλλει, και ενώ τοπικά είναι μακριά, η θεολογική του παρουσία είναι πάρα πολύ σημαντική στον κόσμο και την Ιεραποστολή της Ασίας… Θα προσπαθήσω να απαντήσω στις «ανακριτικές», αλλά και ωραίες ερωτήσεις σας.

Α.Κ.: Πάτερ Ιωνά, πώς ενταχθήκατε στην διακονία αυτή; Πώς γίνατε Ιεραπόστολος;

π. ΙΩΝΑΣ: Κατ’ αρχήν τον τίτλο του Ιεραποστόλου τουλάχιστον εγώ δεν τον έχω συνειδητοποιήσει, δε νομίζω ότι είμαι. Δεν ξέρω τι νομίζετε εσείς. Σας λέω την αλήθεια, δεν ξέρω. Ο Θεός με σκεπάζει. Ποτέ δεν το σκέφτηκα ότι είναι έτσι τα πράγματα· απλώς προσπαθώ εδώ πέρα να κάνω το καθήκον μου, να κάνω μια δουλειά, έστω κι αν αυτή δεν την κάνω και κατά τον καλύτερο τρόπο…

Στην ερώτησή σας στο πως εντάχτηκα σ’ αυτή τη διακονία, δεν είναι εύκολο να σας απαντήσω. Είναι μια ολόκληρη ιστορία, μάλλον δε μια ιστορία γεμάτη παράξενα πράγματα· ίσως ο Θεός από δρόμους δικούς Του οδηγεί. Θα σας απαντήσω πολύ γενικά, γιατί δε θέλω να υπεισέλθω σε προσωπικά.

Με την ευχή του σεβαστού μου  Γέροντα, μακαριστού πλέον,  π. Γεωργίου Καψάνη, τότε Ηγουμένου της Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους, ξεκίνησα· μ’ έστειλε, να πάω στην Ασία.

Ο Σεβ. Μητροπολίτης Νικήτας, Μητροπολίτης Χόνγκ Κόνγκ και πάσης Άπω Ανατολής, μου έδωσε την ευλογία να πάω στην Ταϊβάν. Βέβαια και σ’ αυτόν οπωσδήποτε ανήκει η ευχαριστία, αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Βλέπετε δεν εντάχτηκα εγώ, τα ’φερε ο Θεός έτσι.

Τώρα, γιατί εγώ και όχι κάποιος άλλος; Δεν ξέρω. Ίσως επειδή ήμουν ο πλέον ανάξιος, ή για ποιόν άλλο λόγο δεν ξέρω… Συνετέλεσαν και πολλοί άλλοι άνθρωποι. Ο Σεβ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χριστόδουλος που μου έδωσε επίσης την ευλογία του. Δεν μπορώ να μην αναφέρω τον Σεβ. Μητροπολίτη Νεκτάριο, τον Μητροπολίτη Καλύμνου, που με χειροτόνησε, διότι έπαιξε έναν καθοριστικό ρόλο στη ζωή μου, αλλά σας είπα δε μπορώ να σας απαντήσω πως εντάχτηκα. Είναι πολλές δύσκολες και δραματικές ιστορίες. Η Χάρις του Θεού οδηγεί μέσα από παράξενους δρόμους τους ανθρώπους.

Και επίσης ήταν και άνθρωποι εδώ που προσεύχονταν χρόνια να έρθη Ιεραπόστολος. Να έρθη κάποιος άνθρωπος, τέλος πάντων, να κάνη τη Θεία Λειτουργία. Το να είναι κανείς στην ιεραποστολή, τελικά, δεν είναι δική του υπόθεση μόνο – θα ’λεγα μάλιστα είναι πολύ λιγότερο – αλλά πάρα πολλών ανθρώπων. Άλλων οι οποίοι προσεύχονται και δεν τον ξέρουν καθόλου, και πολλών περιστάσεων και από πίσω κρύβεται το σχέδιο του Θεού.

Α.Κ.: Ποιά η μεγαλύτερη χαρά που αισθάνεται ένας Ιεραπόστολος;

π. ΙΩΝΑΣ: Ποιά είναι η μεγαλύτερη χαρά που αισθάνεται ένας Ιεραπόστολος… Δεν είναι εύκολο να σας απαντήσω σε τέτοια πράγματα. Είστε κι εσείς Ιερέας. Δεν είναι εύκολο να σας απαντήσω σε τέτοια πράγματα. Η μεγαλύτερη χαρά που αισθάνεται ένας Ιεραπόστολος δεν ξέρω ποιά είναι. Εγώ αισθάνομαι το γεγονός ότι μπορεί και κάνει τη Θεία Λειτουργία και έρχεται η Χάρις του Θεού και η Βασιλεία του Θεού στη γη. Και όταν η Χάρις του Θεού  και η αλήθεια της Εκκλησίας γίνεται γνωστή σε τόσους πολλούς ανθρώπους, όταν βαφτίζονται άνθρωποι· δεν είναι πολύ εύκολο να σας απαντήσω πάνω σ’ αυτό.

Α.Κ.: Ποιά είναι η μεγαλύτερη δυσκολία;

π. ΙΩΝΑΣ: Επίσης δε μπορώ να σας απαντήσω μονολεκτικά. Η μεγαλύτερη δυσκολία είμαι εγώ κατ’ αρχήν. Λόγω της δικής μου προσωπικής αναξιότητος και ακαταλληλότητας και ακηδίας και των πειρασμών. Υπάρχουν κι άλλες πολλές δυσκολίες. Ίσως να σας πω μερικές.

Το ότι έρχεσαι εδώ και δεν βρίσκεις κανέναν. Δεν σε περιμένει κανείς. Ξεκινάς από το μηδέν. Δεν ξέρεις τη γλώσσα, δεν ξέρεις τίποτα. Δεν έχεις λεφτά. Τί να πω. Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίση κανείς ποιά είναι η μεγαλύτερη και ποιά δεν είναι.

Α.Κ.: Ποιά τα σημεία πρώτης επικοινωνίας με τους γηγενείς;

π. ΙΩΝΑΣ: Θα μου επιτρέψετε να πω ότι ο όρος γηγενής, χωρίς βέβαια να είναι κακός, θυμίζει λίγο Αφρική. Οι γηγενείς εδώ, ξέρετε, είναι άνθρωποι πολύ πολιτισμένοι. Τα πρώτα σημεία επικοινωνίας με τους λεγομένους γηγενείς είναι πολύ κλασσικά και γραφειοκρατικά. Να πάρης βίζα.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα οι άνθρωποι δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει Ιεραποστολή, ότι Ιεραποστολή δεν είναι μόνο λεφτά. Για να πάρω βίζα αντιμετώπισα πολλά προβλήματα, δεν είχα καμιά απολύτως βοήθεια. Έπρεπε να γραφτώ σ’ ένα Πανεπιστήμιο, για να πάρω βίζα σπουδαστική. Για να γραφτής σ’ ένα Πανεπιστήμιο εδώ πέρα, πρέπει να κάνης εξέταση αίματος και να αποδείξεις ότι δεν έχεις AIDS. Τρέχα να βρής Νοσοκομείο, να πληρώνης, να παρακαλάς να μη χάσης τις προθεσμίες. Αυτά είναι τα στοιχεία της πρώτης επικοινωνίας.

Ο Ιεραπόστολος δεν είναι αυτό που νομίζει ο κόσμος, ότι με το που πήγε κανείς βγήκε σε μια πλατεία και άρχισε να κάνη κήρυγμα σε μια γλώσσα που μόνο αυτός καταλαβαίνει, δηλαδή τα Ελληνικά ή και τα Αγγλικά. Αυτά είναι τα σημεία της πρώτης επαφής.

Και το δεύτερο σημείο είναι να προσπαθήσης να βρής ψωμί για να κάνης Θεία Λειτουργία. Και να κάνης Λειτουργία που; Σε κάποιο μέρος…

Να βρης ένα δωμάτιο να μείνεις, γιατί, βλέπετε, πολλοί άνθρωποι απ’ την Εκκλησία και απ’ αυτούς που είναι αρμόδιοι μπορούν να λένε λόγια, αλλά όχι να βρουν ένα σπιτάκι για να μείνη κάποιος. Έψαχνα να βρώ ένα σπιτάκι, ένα μέρος που να μείνω σ’ ένα δωμάτιο ένα επί ένα, με ένα καμπινέ που το μοιραζόταν άλλα δέκα άτομα. Ήταν ένα μικρό που μένανε εκεί φοιτητές. Μπορούσα να μείνω στο Ξενοδοχείο· με τι λεφτά; Και όταν πήγα και βρήκα κάποιον που ήταν Έλληνας και του είπα να κάνω Λειτουργία -γιατί που να κάνω Λειτουργία, στο δωμάτιο μόνος μου- μου είπε·, «είμαι άθεος».

Α.Κ.: Πως αρχίζετε ένα κήρυγμά σας σε ανθρώπους που ακούν πρώτη φορά για την Ορθοδοξία;

π. ΙΩΝΑΣ: Με ρωτάτε πως αρχίζω το κήρυγμα σε ανθρώπους που ακούν πρώτη φορά για την Ορθοδοξία. Δεν αρχίζω κανένα κήρυγμα. Δεν κάνω κήρυγμα. Εγώ κάνω τη Θεία Λειτουργία. Ο Χριστός κάνει κήρυγμα. Δεν έχω αυτή την έννοια του κηρύγματος, ή τουλάχιστον, δεν ξέρω πώς ο κόσμος την εννοεί.

Για να κάνης Ιεραποστολή εδώ, πρέπει να κάνης δημόσιες σχέσεις. Να βρης ανθρώπους να πας μαζί, να φας μαζί τους και σιγά σιγά να βρης τα κοινά σημεία του πολιτισμού τους και να πιαστής από αυτά και να τους πης για κάποιο πράγμα που θα μπορούσε να τους τραβήξη και που θα μπορούσε να τους ενδιαφέρη. Και γι’ αυτό το λόγο ένα κήρυγμα μπορεί ν’ αρχίζη από τους πιο παράξενους τρόπους.

Ένα κήρυγμα μή φανταστείτε ότι είναι από έναν άμβωνα, όπου ένας Αρχιμανδρίτης ντυμένος με τα ωραία του άμφια και χωρίς να περιμένει καμία αντίρρηση από κάτω, μπορεί να λέη ό,τι θέλει, είτε καλά είτε κακά…

Πρέπει να είσαι πολύ ταπεινός εδώ. Σας είπα, να φας μαζί τους, να ξοδέψης λεφτά, να κάνης δημόσιες σχέσεις, να πας έστω κι αν δεν σου αρέση, έστω κι αν δε μπορείς, έστω κι αν είσαι άρρωστος και σιγά σιγά να βρης. Κήρυγμα είναι η Θεία Λειτουργία, είναι η παρουσία του Χριστού στη γή· Αυτός μιλάει στις ψυχές των ανθρώπων.

Α.Κ.: Έχουμε συνηθίσει να συνδέουμε την εξωτερική Ιεραποστολή με τα πτωχόσπιτα της Αφρικής. Σεις εργάζεσθε σε μια ανεπτυγμένη μεγαλούπολη, σε ένα κέντρο τεχνολογίας. Ποιές οι ιδιαιτερότητες;

π. ΙΩΝΑΣ: Μ’ αρέσει πολύ αυτή η ερώτησή σας. Πραγματικά και δυστυχώς, ο κόσμος έχει μάθει να νομίζει ότι η Ιεραποστολή είναι αυτό που γίνεται με την Αφρική. Χωρίς να υποτιμώ την Αφρική, θα ήθελα να σας πω ότι κατ’ αρχήν η Ορθόδοξη Ιεραποστολή δεν έχει καμιά σχέση με την φιλανθρωπία.

Και δεύτερον η Ορθόδοξη Ιεραποστολή κατ’ αρχήν είναι Θεολογία και μετάδοση και παρουσίαση της Ορθοδόξου Θεολογίας. Και ιδιαίτερα γι’ αυτό είναι μεγάλη ανάγκη να υπάρχη η Ιεραποστολή σε πολιτισμένες κοινωνίες, οι οποίες δεν έχουν ανάγκη από ένα κομμάτι ψωμί, δεν έρχονται σε σένα για να σου πούν ότι εγώ βαφτίζομαι δε χρειάζονται τα πολλά λόγια, δός μου ένα κομμάτι ψωμί και τελείωσε η ιστορία…

Αλλά απευθύνεται σε ανθρώπους επαναλαμβάνω οι οποίοι δεν έχουν υλική ανάγκη και έρχονται και ενδιαφέρονται μόνο για την Θεολογία σου επιλεκτικά από άλλες Θεολογίες. Και πρέπει να έχης πάρα πολύ καλή Θεολογία και να μπορής να τους πείσης, γιατί μπορούν και έχουν τη δυνατότητα να διαλέξουν κι άλλα πράγματα και δεν έχουν καθόλου την ανάγκη σου.

Λοιπόν, θα σας πω για τις ιδιαιτερότητες εδώ πέρα, γιατί αυτό είναι πολύ σημαντικό. Σας επαναλαμβάνω και πάλι oι ιδιαιτερότητες είναι πολλές, ότι οι άνθρωποι εδώ μέσα ζούν σ’ ένα κέντρο Τεχνολογίας. Φανταστήτε ότι είναι σαν την Ελλάδα και είναι ακόμη καλύτερα απ’ την Ελλάδα. Σας το λέω αυτό γιατί εδώ στην Ταϊβάν ας πούμε θα δήτε βιβλιοπωλεία τα οποία δεν κλείνουν ποτέ, είναι ανοιχτά όλη τη νύχτα.

Στην Ελλάδα δε νομίζω ότι υπάρχει τέτοιο πράγμα. Και αυτό είναι ένα σημείο του πολιτισμού που υπάρχει εδώ πέρα. Υπάρχουν επίσης και βιβλιοθήκες σε κάθε γειτονιά, οι οποίες επίσης είναι ανοιχτές όλη τη νύχτα και μπορείς να πας να διαβάσης ένα βιβλίο εκεί πέρα, να δανειστής ένα περιοδικό και να διαβάσης όλη τη νύχτα. Στην Ελλάδα αυτά είναι ακατανόητα.

Στην Ελλάδα ίσως είναι μόνο τα νυχτερινά κέντρα ανοιχτά. Σας λέω για να καταλάβετε τι σημαίνει και ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες.

Λοιπόν, δεν είναι μόνο η Μεγαλούπολη, όλη η Ταϊβάν είναι έτσι. Όταν λοιπόν μιλάς σ’ ένα κέντρο πολιτισμού, σ’ ένα κέντρο Τεχνολογίας, προφανώς αντιμετωπίζεις ανθρώπους μορφωμένους και θα πρέπη να είσαι πάρα πολύ καταρτισμένος, θα πρέπη επίσης να μεταφράσης τη Θεολογία όχι μόνο στη γλώσσα τους αλλά και στις συνήθειές τους και να μπορής να κάνης την Θεολογία αυτή απλή, ενδιαφέρουσα, για να τραβήξη ανθρώπους.

Αντιμετωπίζει κανείς πολλών ειδών ανθρώπους· αντιμετωπίζει ανθρώπους οι οποίοι -ένας μέσος όρος των νέων ανθρώπων της Ταϊβάν των ανθρώπων της Τεχνολογίας βασικά είναι άθεοι- ακολουθούν την κινεζική παράδοση. Θα πούμε πολλά μετά.

Ακολουθούν την κινεζική παράδοση, αλλά δεν την πολυπιστεύουν, έχουν ένα έντονο κριτικό πνεύμα γενικά για τις θρησκείες. Αυτό που σου λένε συχνά είναι ότι «εγώ είμαι καλός άνθρωπος, δεν πειράζω κανέναν συνεπώς δε μου χρειάζεται να είμαι σε κάποια θρησκεία».

Υπάρχει όμως, όπως σας είπα, μια παράδοση, πηγαίνουν μέν στους κινεζικούς ναούς, αλλά δεν τους πολυπιστεύουν κι΄ όλας. Κάνουν κάτι το τελείως τυπικό. Αυτό είναι θα λέγαμε το γενικό πλαίσιο. Υπάρχει έντονη κριτική διάθεση, υπάρχει όμως και ειλικρινές ενδιαφέρον, το οποίο δεν είναι το ίδιο όπως είναι στην Ελλάδα, είναι πολύ περισσότερο εδώ και πολύ πιο καθαρό.

Υπάρχει επίσης θα λέγαμε ένας διχασμός, όχι προσωπικότητος αλλά αυτής της κουλτούρας. Απ’ τη μια πλευρά το ένα μέρος είναι άνθρωποι που πραγματικά είναι επιστήμονες, δουλεύουν στα κομπιούτερ, -η Ταϊβάν επίσης στο μέλλον θα είναι πρωτεύουσα της Βιοτεχνολογίας, γιατί αναπτύσσονται φοβερά εδώ τώρα η Βιοτεχνολογία το DNA κτλ..


Τά φαντάσματα…

Από την άλλη πλευρά όμως οι άνθρωποι αυτοί, επειδή φέρνουνε την κινεζική ιστορία χιλιάδων χρόνων μέσα τους, παρόλο που δε θέλουν να το δείξουν, είναι φοβερά προληπτικοί με τα φαντάσματα με όλες αυτές τις ιστορίες και, ναί μέν δεν το δείχνουν φανερά, αλλά ας πούμε εάν δούν κάτι, εάν πουν μια κουβέντα και όλα αυτά τα πράγματα τους επηρεάζουν· είναι πολύ προληπτικοί.

Και γι’ αυτό πάνε στο ναό. Διότι σου λέει κι αν είναι κάτι κι αν εμφανιστή κάτι κλπ. Συνεπώς οι ιδιαιτερότητες είναι ο συνδυασμός του έντονου κριτικού πνεύματος με την προκατάληψη, η παράλληλη θα λέγαμε άσκηση απ’τη μια πλευρά της σύγχρονης αθεΐας και αδιαφορίας για τη θρησκεία και απ’την άλλην πλευρά της έντονης προληπτικότητας. Η κριτική δηλαδή διάθεση όπως σας είπα, αλλά και ένα ειλικρινές ενδιαφέρον, για κάτι διαφορετικό.

Δουλειά, δουλειά, δουλειά…

Επίσης, λόγω του ότι το κόστος της ζωής στην Ταϊβάν είναι πολύ υψηλό, οι άνθρωποι εδώ πέρα δουλεύουνε πάρα πολύ. Δεν έχουν καμία σχέση με τον τρόπο που δουλεύουμε εμείς στην Ελλάδα. Δουλεύουν από το πρωί μέχρι τη νύχτα και συνεπώς, δεν έχουνε πολύ χρόνο για να κάθονται να ασχολούνται με θρησκευτικά ζητήματα. Είναι ελεύθεροι το Σαββατοκύριακο, αν και πολλές εταιρίες δουλεύουν και το Σάββατο και την Κυριακή.

Στην Ταϊβάν δεν είναι αργία η Κυριακή και το Σάββατο. Βέβαια, στις εταιρίες έχει καθιερωθεί το Σαββατοκύριακο να είναι αργία, στις μεγάλες εταιρίες, αλλά όλα αυτά τα μεγάλα μαγαζιά είναι πάντοτε ανοιχτά, όπως επίσης τα μεγάλα σούπερ μάρκετ τα λεγόμενα Well Come δεν κλείνουν ποτέ, όπως επίσης στην Ταϊβάν δεν έχει περίπτερα, έχει τα λεγόμενα Seven eleven 7-11.

Είναι θα λέγαμε μεγάλα, όχι πολύ μεγάλα μαγαζιά που έχουν απ’όλα μέσα, βέβαια είδη πρώτης ανάγκης. Δε θα βρής ας πούμε πολλά τρόφιμα, αλλά έχουν εδώ τα νου ντούς, διάφορα έτοιμα είδη δηλαδή σαν μακαρόνια. Του βάζεις καυτό νερό μέσα, και σε 5 λεπτά είναι έτοιμο και το τρώς. Έχουν από όλα τα απλά πράγματα που θα ζητήσης και δεν κλείνουν ποτέ. Είναι ανοιχτά συνεχώς.

Λοιπόν, οι άνθρωποι δουλεύουν πάρα πολύ και δεν έχουν το χρόνο να κάθονται να φιλοσοφούν, όπως έχουμε το χρόνο εμείς φιλοσοφώντας στις καφετέριες, ή τέλος πάντων στο σπίτι μας.

Το κόστος της ζωής είναι υψηλό. Στην Ταιβάν δεν υπάρχει δωρεάν παιδεία· επίσης η κοινωνική περίθαλψη δεν είναι όπως στην Ελλάδα. Δηλαδή, όταν γεράσης πρέπει να έχης μαζέψει μερικά λεφτά, γιατί τα λεφτά που σου δίνει το κράτος είναι πολύ λίγα, δε σου φτάνουν, οπότε ο καθένας δουλεύει από τώρα πάρα πολύ, για να μπορέση να εξοικονομήση κάποια χρήματα για το μέλλον του και για τα παιδιά του.

Άλλωστε, το ιδανικό στη κινεζική παράδοση ήταν πάντα το να βγάλης λεφτά, το να έχης λεφτά κάπου για να μπορής να ακουμπήσης. Είναι λοιπόν και αυτό κάτι το οποίο είναι πολύ χαρακτηριστικό. Ένα άλλο επίσης ειδικό σε ένα κέντρο Τεχνολογίας είναι ότι υπάρχει από τους ανθρώπους η διάθεση να βοηθούν, δηλαδή να μπορούν να εξαγοράσουν μία χάρη από το Θεό, και θα σας εξηγήσω αργότερα τι σημαίνει αυτό.

Ας πούμε οι άνθρωποι που είναι στην Τεχνολογία πολύ εύκολα συνεισφέρουν σε βουδιστικούς ναούς και σε παρόμοια πράγματα, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο παίρνουν κάποια credits, παίρνουν κάποιους βαθμούς θα λέγαμε, τους οποίους ο Θεός θα τους αποδώση στην άλλη ζωή, ή όταν θα έχουν μετεμψύχωση. Δίνουν λοιπόν πολλά λεφτά σε τέμπλες κλπ. Φυσικά όχι σε δική μας εκκλησία. Θα σας εξηγήσω μετά και το γιατί.

Α.Κ.: Όσοι γίνονται Ορθόδοξοι γιατί γίνονται; Τί τους οδηγεί στην αναζήτηση της Ορθοδοξίας;

π. ΙΩΝΑΣ: Δεν είναι εύκολο να σας απαντήσω. Γίνονται Ορθόδοξοι γιατί… Η Ορθόδοξη Θεολογία κατ’ αρχήν τώρα γίνεται γνωστή, δεν υπάρχει στην Ταϊβάν. Πως να υπάρχη, δηλαδή, αφού δεν υπάρχει ούτε ο όρος, αλλά δεν υπάρχουν ούτε Ορθόδοξα βιβλία στην Κινεζική γλώσσα.

Και το λέω αυτό επίσης με πολύ πόνο ψυχής και πολλή ντροπή. Υπήρχαν μερικά Ορθόδοξα βιβλία εδώ και εκατό χρόνια και παραπάνω, επειδή οι Ρώσοι είχαν δημιουργήσει στη Βόρεια Κίνα μια Ιεραποστολή, αλλά επειδή η κινεζική γλώσσα αλλάζει, όπως και η ελληνική άλλωστε αλλάζει ( αρχαία Ελληνικά, Νέα Ελληνικά, Δημοτική, κλπ ), είναι μεταφρασμένα τα βιβλία σε αρχαία κινεζική γλώσσα την οποίαν ουδείς καταλαβαίνει σήμερα.

Το μοναδικό βιβλίο που υπάρχει είναι αυτό που μεταφράστηκε εδώ, φυσικά όχι από μένα, του αειμνήστου πατρός Αλεβιζοπούλου, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία».

Είναι ένα βιβλίο Κατήχησης, είναι ένα πάρα πολύ καλό βιβλίο, είναι απλό και μπορεί να χρησιμοποιηθή επίσης και σαν text ακόμα και σε Πανεπιστήμιο εδώ πέρα, τουλάχιστον σε κάποιες θεολογικές σχολές, οι οποίες υπάρχουν πάρα πολλές, φυσικά των Προτεσταντών και των Καθολικών. Σας επαναλαμβάνω, εμείς οι Ορθόδοξοι κοιμόμαστε.


Αγαπούν την Ορθόδοξη Θεολογία…

Λοιπόν, τι τους οδηγεί; Τους αρέσει πάρα πολύ η Ορθόδοξη Θεολογία, διότι πρώτη φορά καταλαβαίνουν πολλά πράγματα. Όπως θα δήτε παραπέρα, η έννοια του Θεού που έχουμε εμείς δεν είναι η ίδια με την έννοια που τους δίνουν αυτοί, ή που τους δίνουν στην κινεζική θρησκεία, ή στο Βουδισμό. Επίσης τους οδηγούν μερικές φορές πρακτικοί λόγοι. Ας πούμε επειδή είναι κάποιες γυναίκες ή άνδρες παντρεμένοι με Έλληνες ή Ελληνίδες αντίστοιχα και θέλουν να γίνουν Ορθόδοξοι.

Στην περίπτωση αυτή εγώ, τουλάχιστο σε μια περίπτωση που έγινε αυτό το πράγμα, είπα σε μια γυναίκα ότι, εάν θέλης να βαπτιστείς, επειδή θες να παντρευτείς, να σου δώσω εγώ χαρτί ότι είσαι Ορθόδοξη, παρά να σε βαπτίσω και να μην το πιστεύεις. Γιατί δεν ήθελα να κάνω ένα Μυστήριο, εφ’ όσον ο άλλος ήθελε να κάνη ένα γάμο και τίποτα άλλο.

Όμως μου είπε·. «Όχι θέλω να δώ και θα σου πω». Όταν είδε μου είπε: «Ανακάλυψα έναν καινούριο κόσμο. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ τόσο όμορφη ζωή».

Α.Κ.: Είναι εύκολο να διακρίνουν μεταξύ Ορθοδοξίας και άλλων Ομολογιών;

π. ΙΩΝΑΣ: Θα έλεγα είναι εύκολο και είναι δύσκολο. Είναι εύκολο γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία, η Θεολογία της, έχει χαρακτηριστικά τα οποία είναι μοναδικά. Την έννοια της Αγίας Τριάδος αλλά όχι με τις συγχύσεις κλπ. που έχουν οι άλλοι. Την έννοια του Ακτίστου Φωτός, που δεν την έχουν οι Καθολικοί και αυτό δημιουργεί πολύ όμορφη Θεολογία, ό,τι πιο ωραίο υπάρχει.

Έναν Θεό που δεν είναι ένας τύραννος να περιμένει και να γράφει τις αμαρτίες σου. Η Κόλαση δεν είναι αυτό που νομίζουμε, αλλά το Άκτιστο Θείο Φως που άλλοτε φωτίζει άλλοτε καίει και πολλά άλλα πράγματα τα οποία κάνουν τους ανθρώπους να ελπίζουν.

Με ρωτάτε όμως αν είναι εύκολο να διακρίνουν. Για να διακρίνουν πρέπει να ξέρουν. Που να ξέρουν την Ορθόδοξη Θεολογία; Από που; Από τα βιβλία; Αφού δεν υπάρχουν!

Στην Ελλάδα βλέπετε κάθε χωριό, κάθε ενορία βγάζει περιοδικό. Στον κινεζικό κόσμο δεν έχουμε τίποτα. Είναι εύκολο να διακρίνουν επίσης φυσικά από τη Θεία Λειτουργία και από πολλά άλλα πράγματα. Αλλά πώς, αφού είμαστε ανύπαρκτοι ;

 Τό Β΄ μέρος τής Συνέντευξης ΕΔΩ