pPaisios-5eton

Εδώ μέ τούς γονείς του σέ ηλικία 5 μόλις ετών...



Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου του 1924. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων, ενώ η μητέρα του λεγόταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε ακόμα 8 αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.


Πέντε εβδομάδες μετά τη βάπτιση του μικρού τότε Αρσένιου, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1924 η οικογένεια Εζνεπίδη, μαζί με τα καραβάνια των προσφύγων, έφτασε στον Άγιο Γεώργιο στον Πειραιά και στη συνέχεια πήγε στην Κέρκυρα, όπου και τακτοποιήθηκε προσωρινά στο Κάστρο. Στην Κέρκυρα η οικογένειά του έμεινε ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Ηγουμενίτσα και κατέληξε στην Κόνιτσα.

Εκεί ο Αρσένιος τελείωσε το δημοτικό σχολείο και πήρε το απολυτήριο του «με βαθμό οκτώ και διαγωγή εξαίρετο». Από μικρός συνεχώς είχε μαζί του ένα χαρτί, στο οποίο σημείωνε τα θαύματα του Αγίου Αρσενίου. Έδειχνε ιδιαίτερη κλίση προς τον μοναχισμό και διακαώς επιθυμούσε να μονάσει. Οι γονείς του χαριτολογώντας, του έλεγαν «βγάλε πρώτα γένια και μετά θα σε αφήσουμε...».


Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι να υπηρετήσει στο στρατό ο Αρσένιος δούλεψε σαν ξυλουργός. Όταν του παραγγελνόταν να κατασκευάσει κάποιο φέρετρο, ο ίδιος συμμεριζόμενος την θλίψη της οικογένειας, αλλά και τη φτώχεια της εποχής, δεν ζητούσε χρήματα.

Το 1945 ο Αρσένιος κατατάχτηκε στο στρατό και υπηρέτησε σαν ασυρματιστής κατά τον ελληνικό εμφύλιο. Όσο καιρό δεν ήταν ασυρματιστής, ζητούσε να πολεμεί στην πρώτη γραμμή, προκειμένου κάποιοι οικογενειάρχες, να μην βλαφτούν. Το μεγαλύτερο όμως διάστημα της θητείας του το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή. Απολύθηκε από το στρατό το 1949.

Τα πρώτα του χρόνια...


Ο πατέρας Παΐσιος πρώτη φορά εισήλθε στο Άγιο Όρος για να μονάσει το 1949, αμέσως μετά την απόλυσή του από το στρατό. Όμως επέστρεψε στα κοσμικά για ένα χρόνο ακόμα, προκειμένου να αποκαταστήσει τις αδελφές του. έτσι το 1950 πήγε στο Άγιο Όρος. Η πρώτη μονή στην οποία κατευθύνθηκε και παρέμεινε για ένα βράδυ ήταν Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στις Καρυές. Εν συνεχεία κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, στο κελί των Εισοδίων της Θεοτόκου. Εκεί θα γνωρίσει τον πατέρα Κύριλλο που ήταν ηγούμενος στη μονή και θα τον ακολουθήσει πιστά.

Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής» και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του, την ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη. Προσευχόταν έντονα και διάβαζε διαρκώς, ιδιαίτερα τον Αββά Ισαάκ.

Το 1954 έφυγε από τη μονή Εσφιγμένου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Φιλοθέου, που τότε ήταν Ιδιόρυθμο μοναστήρι όπου μόναζε και ένας θείος του. Η συνάντησή του όμως με τον Γέροντα Συμεών θα είναι καταλυτική για την πορεία και διαμόρφωση του μοναχικού χαρακτήρα του Παϊσίου. Μετά από δύο χρόνια, το 1956, χειροθετήθηκε «Σταυροφόρος» και πήρε το «Μικρό Σχήμα». Τότε ήταν τελικά που ονομάστηκε και «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του. Ο Γέρων Αυγουστίνος αυτήν την περίοδο απέκτησε στενή σχέση με τον Παΐσιο.

Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση», πήγε στο Στόμιο Κονίτσης όπου υπήρχαν πολλές οικογένειες αιρετικών τίς οποίες έκανε σιγά σιγά να επιστρέψουν στήν Ορθοδοξία ! Ακόμη, είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του Ευαγγελίου. Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του.

Από εκεί πήγε στο Όρος Σινά στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης.



pPaisiosSINA


Ο Γέροντας εργαζόταν ως ξυλουργός και ό,τι κέρδιζε το έδινε σε φιλανθρωπίες στους Βεδουίνους, ιδίως τρόφιμα και φάρμακα.


Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος, από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Η σκήτη η οποία τον φιλοξένησε ήταν η Ιβήρων. Στο διάστημα που παρέμεινε εκεί, και συγκεκριμένα το 1966, ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Νοσοκομείο Παπανικολάου. Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στην Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπάτου.

Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη το όνομά του έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος.

Το επόμενο έτος μεταφέρεται στη Μονή Σταυρονικήτα. Βοηθάει σημαντικά σε χειρονακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην ανακαίνιση του μοναστηριού. Συχνά μάλιστα βοηθάει ως ψάλτης στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου το Γέροντα Τύχωνα. Οι δύο γέροντες ανέπτυξαν δυνατή φιλία η οποία τερματίσθηκε με την κοίμηση του Γέρωντα Τύχωνα το 1968. Ο Παΐσιος έμεινε στο κελί του Γέροντα Τύχωνα για ένδεκα έτη μετά την κοίμησή του, πράγμα που ήταν επιθυμία του φίλου του λίγο πριν πεθάνει.

Στήν Παναγούδα...

Το 1979 αποχώρησε από την σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και κατευθύνθηκε προς την Μονή Κουτλουμουσίου. Εκεί εισχώρησε στή μοναχική αδελφότητα ως εξαρτηματικός μοναχός.

Η Παναγούδα ήταν μια σκήτη εγκαταλελειμμένη και ο Παΐσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν.



Panagouda

Υπαίθριο αρχονταρίκι ! Καθισμένοι οί επισκέπτες πάνω στά κούτσουρα συζητούν μέ τον γέροντα Παϊσιο...


Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς.

Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.



Το ιστορικό...


Το 1966 ο γέροντας νοσηλεύθηκε στο Νοσοκομείο Παπανικολάου λόγω βρογχεκτασιών. Μετά την επέμβαση για την αφαίρεσή τους και λόγω της χρήσης ισχυρών αντιβιοτικών ο γέροντας έπαθε ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά προβλήματα. Κάποια στιγμή, ενώ εργαζόταν στην πρέσσα που είχε στο κελί του, έπαθε βουβωνοκήλη.

Αρνήθηκε να νοσηλευτεί και υπέμεινε καρτερικά την ασθένεια, η οποία του έδινε φοβερούς πόνους για τέσσερα ή πέντε χρόνια. Κάποια μέρα σε μια επίσκεψή του στη Σουρωτή, κάποιοι γνωστοί του γιατροί κυριολεκτικά τον απήγαγαν και τον οδήγησαν στο Θεαγένειο νοσοκομείο, όπου και χειρουργήθηκε. Παρά την αντίθεση των γιατρών, ο γέροντας συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή και τις χειρωνακτικές εργασίες κάτι που επιδείνωσε και άλλο την κατάσταση της υγείας του.

Μετά το 1993 άρχισε να παρουσιάζει αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα».

Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ο Παΐσιος βγαίνει για τελευταία φορά από το Όρος και πηγαίνει στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί μένει για λίγες μέρες και ενώ ετοιμάζεται να φύγει ασθενεί και μεταφέρεται στο Θεαγένειο, όπου του γίνεται διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 ο γέροντας χειρουργείται.

Παρότι η ασθένεια δεν σταμάτησε (παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ), ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοινώνουν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) ο γέροντας κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του.

Τελικά την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 (με το νέο ημερολόγιο) και ώρα 11:30 το βράδυ, την ησυχία τάραξε μια δυνατή βροντή! Κατόπιν με συνεχείς αστραπές φωτιζόταν όλο το Άγιον Όρος.

Το απόγευμα εγινε γνωστό ότι ο γέροντας είχε περάσει πιά στην αιωνιότητα.

Ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Έκτοτε, κάθε χρόνο στις 11 προς 12 Ιουλίου, στην επέτειο κοιμήσεως του Γέροντος, τελείται αγρυπνία στο Ιερό Ησυχαστήριο, με συμμετοχή χιλιάδων πιστών.

Πνευματική Παρακαταθήκη του Γέροντα Παΐσιου

 

Από τα 9 αδέλφια του π. Παϊσίου ζει σήμερα μόνο ένας στη Κόνιτσα, ο Ραφαήλ. Είναι μεγαλύτερος από το γέροντα. Και παρά τα 93 του χρόνια θυμάται τον ξεριζωμό από την Καππαδοκία, τον αδελφό του, τον γέροντα Παΐσιο μικρό παιδάκι 40 ημερών στην αγκαλιά της μάνας του αλλά και τον άγιο Αρσένιο, τον ιερέα του χωριού αρχηγό στις δύσκολες μέρες του ξεριζωμού.

Πνευματικοπαίδια του γέροντα


Πολλοί είναι οι άνθρωποι που γνώρισαν το Γέροντα Παΐσιο. Καθένας από αυτούς μπορεί να πει μια ιστορία για το Γέροντα ή να θυμηθεί την απλότητά του. Οι πιο κοντινοί στο Γέροντα Παΐσιο άνθρωποι που ζούνε σήμερα είναι:

Ο πατήρ Παΐσιος ο μαθηματικός που ζει σε ένα κελλάκι κοντά στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου του Αγίου Όρους. Αυτός έλαβε το όνομα του Γέροντα και είναι ο πνευματικός της Μονής του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή.
Ο ιερομόναχος Αρσένιος και ο μοναχός Ησαΐας που μένουν στο κελλάκι της Παναγούδας όπως ο γέροντας Παΐσιος επιθυμούσε.
Οι δύο μοναχοί κρατούν το κελλάκι όπως το είχε ο γέροντας και δέχονται με μεγάλη χαρά όσους επισκέπτονται το σπιτάκι που έζησε ο γέροντας Παΐσιος.
Οι μοναχές της Σουρωτής στη γυναικεία Ιερά Μονή αγίου Ιωάννου του Θεολόγου κατέχουν δύο πολύτιμους θησαυρούς: Τα λείψανα του αγίου Αρσενίου και τον τάφο του γέροντος Παισίου. Στο μοναστήρι της Σουρωτής καθημερινά συρρέουν πολλοί προσκυνητές από ολόκληρο τον κόσμο για να προσκυνήσουν στον τάφο του γέροντος Παισίου.

 

Η απλή διδασκαλία του...

 

Λογισμοί ( σκέψεις ). Μεγάλο βάρος έδινε στον λογισμό ο Γέροντας. Πάντα ανέφερε ότι όλα ξεκινούν από τους καλούς λογισμούς ( καλές σκέψεις ), οι οποίοι αποδιώκουν τους κακούς. Να σκέπτόμαστε θετικά για τον συνάνθρωπο και όχι αρνητικά, γιατί αλλιώς εισέρχεται η πονηριά στον άνθρωπο και η ισχυρογνωμοσύνη. Μάλιστα ανέφερε να μην εμπιστευόμαστε και τους δικούς μας λογισμούς και να δίνουμε χώρο στο θέλημα του Θεού, γιατί όποιος κάνει κάτι τέτοιο βγαίνει πάντα κερδισμένος.

 

Υπακοή. Η πλήρης υπακοή, σύμφωνα με το γέροντα επιφέρει την ταπείνωση που είναι η αρχή όλων των καλών. «Να υπακούμε και όταν αδικούμαστε, γιατί ο Θεός ανταποδίδει την υπομονή στην αδικία» συχνά έλεγε. «Σήμερα όλοι είναι ανυπόμονοι, οι υπομονετικοί όμως σύμφωνα με το Χριστό θα κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών», κατέληγε.

Προφητείες. Ο Γέροντας πραγματοποίησε και αρκετές προφητείες. Δυστυχώς όμως πολλοί καπηλεύτηκαν τις διδαχές του γέροντος, λέγοντας πολλά πράγματα, είτε για ίδιον ώφελος, είτε για εθνικά φρονήματα, που ο ίδιος ποτέ δεν ενέφερε, κάτι που τον λυπούσε ενώ ήταν ήδη εν ζωή. Οι περισσότερες από αυτές αφορούσαν τα τεκταινόμενα που έχουν να κάνουν με την Κωνσταντινούπολη, επεξηγήσεις πάνω στις προφητείες του Κοσμά του Αιτωλού αλλά και περί Αντιχρίστου.

http://gero-paisios.blogspot.gr/p/blog-page.html

 

Θαυμαστά γεγονότα...


    
Ο
π. Χρήστος Τσάνταλης από τη Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης και εφημέριος Κερασιάς, με εννέα παιδιά, καταθέτει: «Μερικά από τα παιδιά μου έπαιζαν στην ταράτσα του σπιτιού και κάποια στιγμή άρχισαν να πηδούν τον φωταγωγό. Ένα αγοράκι μου έξι ετών, που ακόμη δεν μιλάει καλά, θέλησε και αυτό να πηδήξη. Βρέθηκε στο κενό και σαν βολίδα έφυγε προς τα κάτω. Έπεσε από τον τρίτο όροφο. Ήλθαν τα παιδιά τρομαγμένα και μου το είπαν. Έτρεξα με χτυποκάρδι στο βάθος του φωταγωγού, για να περιμαζέψω το μικρό. Έμεινα έκπληκτος όταν το είδα να έρχεται προς το μέρος μου κατακίτρινο από τον φόβο. Το πήγα στο Νοσοκομείο. Οι γιατροί το εξέτασαν και είπαν ότι δεν έχει τίποτε, ούτε το παραμικρό τραύμα.


»Καταλάβαμε ότι πρόκειται περί θαύματος, και σκέφθηκα πως η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Νέας Μηχανιώνας έσωσε το παιδί. Το πήγα στην εικόνα της και το ρώτησα: «Αυτή σε φύλαξε;». Αυτό απάντησε «όχι». Με οδήγησε στην φωτογραφία του π. Παϊσίου και μου τον έδειξε με το δάκτυλο (ότι δηλαδή αυτός με κράτησε)».

 

Επεμβάσεις σε τροχαία...


     Ο κ. Στ. από την Καλαμάτα, κάτοικος Αθηνών, ταξίδευε με το αυτοκίνητό του προς τα Ιωάννινα. Καθ οδόν έπεσε θύμα ισχυρής μετωπικής συγκρούσεως, κατά την οποία το αυτοκίνητό του κυριολεκτικά διαλύθηκε και ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι. Μεταφέρθηκε αναίσθητος στο Νοσοκομείο και μπήκε στην εντατική.
Ενώ ευρίσκετο στην κατάσταση αυτή, είδε μία φωτεινή νεφέλη και στο μέσον έναν ηλικιωμένο μοναχό. Παρ ότι δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με την Εκκλησία, επειδή εκείνες τις ημέρες είχε ακούσει από γνωστό του για κάποιον χαρισματούχο γέροντα Παίσιο, μέσα στην έκπληξή του ρώτησε αυθόρμητα τον άγνωστο μοναχό:


- Είσαι ο γέροντας Παίσιος;


Ο Γέροντας δεν απάντησε. Χαμογέλασε, τον χάιδεψε ελαφρά στο κεφάλι και του είπε:
- Μη φοβάσαι˙ θα γίνεις καλά!

Ο Στ. συνήλθε. Αν και σαστισμένος από το παράδοξο του πράγματος, και παρόλο που αγνοούσε τον θαυμαστό επισκέπτη του, πίστεψε στην διαβεβαίωσή του. Τήν διηγήθηκε μάλιστα με έντονο ύφος και στους γιατρούς. Και αυτοί έκπληκτοι διαπιστώνοντας την ανθρωπίνως ανεξήγητη βελτίωσή του, ωμολόγησαν:


- Όντως πρόκειται για θαύμα!
Αφού βγήκε από το Νοσοκομείο, στον δρόμο περνώντας μπροστά από ένα βιβλιοπωλείο έκπληκτος αντίκρυσε στην βιτρίνα τον σωτήρα του. Ανεγνώρισε την μορφή του στο εξώφυλλο ενός βιβλίου. Έτσι ανεκάλυψε τον ευεργέτη του και γεμάτος ευγνωμοσύνη το αγόρασε και το διάβασε.
Συγκινημένος ήλθε να προσκυνήση στην «Παναγούδα» ( Ιανουάριος 1998 ), όπου και διηγήθηκε τα ανωτέρω. Εκτός του ότι τον διέσωσε από βέβαιο σωματικό θάνατο, η επέμβαση του Γέροντα άλλαξε και ριζικά την ζωή του. Ανεζήτησε πνευματικό και Εξομολογήθηκε.
Σταμάτησε την κοσμική ζωή παρά τις έντονες πιέσεις των συγγενών. «Μού είναι αδύνατο να συνεχίσω τα ίδια˙ στον νού μου έρχεται συνέχεια το χαμογελαστό φωτεινό πρόσωπο του Γέροντα», έλεγε με δάκρυα στα μάτια.


       Διήγηση ευλαβούς εγγάμου Ιερέως που σπουδάζει στην Θεσσαλονίκη. «Προ καιρού ήρθε ένας νέος και μου είπε: «Πάτερ, εγώ χθές έπρεπε να είχα πεθάνει, αλλά ο Θεός με έσωσε. Καθώς έτρεχα με μεγάλη ταχύτητα χτύπησα με την μοτοσυκλέττα μου επάνω σε ένα αυτοκίνητο και πετάχθηκα μακρυά. Τήν στιγμη εκείνη είδα έναν παππούλη να με πιάνει γερά από το δεξί χέρι και έτσι δεν έπαθα τίποτε».


»Εγώ (ο ιερεύς) του έδειξα μερικές εικόνες Αγίων και φωτογραφίες συγχρόνων Γερόντων. Μόλις είδε τον γέροντα Παίσιο, φώναξε συγκινημένος: «Αυτός ήταν».
»Ύστερα από λίγες ημέρες ξαναήρθε και μου ανέφερε ότι εκ των υστέρων ανεκάλυψε στο τσεπάκι του μπουφάν του, στον δεξιό βραχίονα (ακριβώς εκεί που τον έπιασε ο Γέροντας), δύο μικρές εικονίτσες, μια του Χριστού και μια του γέροντος Παϊσίου που τις είχε βάλει η μητέρα του κρυφά».

Πνευματικές νεκραναστάσεις...


      Τα περισσότερα αλλά και μεγαλύτερα θαύματα του Γέροντα είναι τα ηθικά θαύματα. Πολλοί άνθρωποι αδιάφοροι θρησκευτικά, άθεοι εκ πεποιθήσεως, χωρίς ηθικούς φραγμούς, είτε μετά από κάποια μεταθανάτια εμφάνισή του, είτε συχνότερα από την ανάγνωση κάποιου βιβλίου του αναστήθηκαν πνευματικά, εισήλθαν με ζήλο στην Εκκλησία και κάποιοι και στο μοναχικό στάδιο.
Νέος ζούσε στην άγνοια και στην αμαρτία. Όχι τυχαία έπεσαν στα χέρια του οι Επιστολές του Γέροντα, και κυριολεκτικά συγκλονίστηκε. Άλλαξε η ζωή του και επιθυμεί τον μοναχικό βίο.


«Εγώ πριν έξι χρόνια», ομολογεί ένας νέος από τους πολλούς, «ήμουν αναρχικός. Φορούσα σκουλαρίκια και έπαιρνα ναρκωτικά. Κάποιος από την παρέα μου είχε ένα βιβλίο του π. Παϊσίου και μου το έδωσε. Από περιέργεια το ξεφύλλισα, μου κίνησε το ενδιαφέρον και το τελείωσα μέσα σε μια νύχτα. Από τότε άλλαξε η ζωή μου».


Το κασκόλ του εξαφανίζει όγκο


Μαρτυρία Φιλίτσας. . . από τον Βόλο:
«Βρέθηκα στην δύσκολη θέση να μην μπορώ να βοηθήσω και να ηρεμήσω, την απελπισμένη αδερφή μου, μετά από την ένδειξη όγκου στην μαστογραφία που έκανε.
»Μέ σεβασμό ζήτησα από αγαπητή μου φίλη την πολύτιμη κληρονομιά της, το κασκόλ του σεβαστού γέροντος Παϊσίου. Κρατώντας το σφιχτά στην αγκαλιά μου, με χέρια τρεμάμενα, με έντονο χτυποκάρδι, έτρεξα και το εναπόθεσα στην αγκαλιά της πασχούσης. Εκείνη με δάκρυα στα μάτια πήγε στο εικόνισμα και προσευχήθηκε. Της ευχήθηκα περαστικά, και το επέστρεψα αμέσως στην φίλη μου.
»Μετά από 45 μέρες η άρρωστη επανέλαβε την μαστογραφία. Το θαύμα είχε γίνει. Η μαστογραφία ήταν πεντακάθαρη. Ο όγκος είχε εξαφανιστή. Μεγάλη η χάρι του γέροντος Παϊσίου».

Θεραπεία δαιμονισμένης...


    Ένα πρωινό του Δεκεμβρίου του έτους 1996 στην έκθεση της Μονής στην Σουρωτή βρίσκονταν εκεί η υπεύθυνη αδελφή, ένα ανδρόγυνο με το μικρό τους κοριτσάκι και τον πατέρα τους, δύο μεσόκοπες γυναίκες και ένας νεαρός άνδρας. Ξαφνικά ακούστηκε μια δυνατή κραυγή.
Μιά από τις μεσόκοπες γυναίκες, αρκετά εύσωμη, σωριάστηκε στο πάτωμα και άρχισε να χτυπιέται και να ωρύεται άγρια. Κουνούσε το κεφάλι γρήγορα πέρα-δώθε. Το θέαμα ήταν πολύ άσχημο. Η γυναίκα με το παιδάκι βγήκαν έξω, ενώ οι άλλοι πλησίασαν να την βοηθήσουν. Η γυναίκα μούγκριζε, αγκομαχούσε και έλεγε με μια άγρια, απειλητική, ανδρική φωνή:
«Θα σάς κανονίσω ρε εγώ που δεν πιστεύετε, θα σάς δείξω εγώ. . . να, τώρα ακόμα λίγο και θα σάς βάλω όλους στο χέρι με το 666. . . θα με προσκυνάτε όλοι. . . χαμένοι, ηλίθιοι. . . » και άλλες βρισιές.


Έπειτα άρχισε να τσιρίζη και έδειχνε φοβισμένη. «Παίσιε, με καίς, με καίς, θέλεις να με στείλης πίσω στα τάρταρα. . . Και αυτή η χαμένη όλο σε μοναστήρια με φέρνει. . . τι την βοηθάς; Με καίς, με καίς», και στρίγγλιζε δυνατώτερα. Χτυπιόταν τόσο δυνατά, που υπήρχε φόβος να σπάση το κεφάλι της. Ήταν φανερό ότι την πείραζε ο δαίμονας.


«Α. . . αααά, φώναζε πάλι. . . Να, ήρθε και η Μαρία ( η Παναγία ) τώρα. . . με καίς Παίσιε», είπε με μια δυνατή φωνή και έμεινε ακίνητη σαν να λιποθύμησε.
Πλησίασαν διστακτικά οι παριστάμενοι για να την βοηθήσουν, ενώ οι γυναίκες φρόντιζαν να την σκεπάζουν με τα ρούχα της. Αφού την τακτοποίησαν, την σήκωσαν από το πάτωμα. Είχε ανοίξει τα μάτια της και έκλαιγε ήρεμα και βουβά. Μιά ευχαριστία ξεχύθηκε από τα βάθη της καρδιάς της.
«Σ ευχαριστώ, Γέροντα. . . Σε ευχαριστώ, Θεέ μου», έλεγε και ξανάλεγε με πολλή ευγνωμοσύνη. Σηκώθηκε, πήγε μπροστά σε μια εικόνα του Χριστού και της Παναγίας και αναλύθηκε σε δυνατούς λυγμούς:

«Θεέ μου. . . Θεέ μου. Πως με καταδέχθηκες την ανάξια. . . Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, σε ευχαριστώ, Γέροντα. . . Δεν άξιζα, Θεέ μου, τέτοια βοήθεια».


Η όλη σκηνή ήταν πολύ συγκινητική. Ύστερα χαιρέτησαν με ευγνωμοσύνη την αδελφή και έφυγαν.
Η γυναίκα αυτή είχε δαιμόνιο. Φεύγοντας ανέφερε ότι το προηγούμενο βράδυ είδε στον ύπνο της τον γέροντα Παίσιο που της είπε: «Έλα στον τάφο μου και θα σε κάνω καλά». Ήρθε στο Μοναστήρι, ρώτησε που είναι ο τάφος του Γέροντα, προσκύνησε τον τάφο και ύστερα ήρθαν στην έκθεση, όπου συνέβησαν τα παραπάνω.


Παρέχει ανάβλεψη...


    Μαρτυρία Ρωσσίδος, κυρίας Λαρίσας Νικολάεβνα Μάσλοβα, ιατρού, από την Μόσχα: «Έπαθα δυστύχημα με αποτέλεσμα το αριστερό μου μάτι να χάση τελείως το φως του. Με έφεραν στο πρώτο Γενικό Νοσοκομείο της Μόσχας. Οι θάλαμοι ήταν γεμάτοι, γι αυτό με έβαλαν στον διάδρομο. Τη νύχτα δεν κοιμήθηκα καθόλου. Έκανα προσευχή και στενοχωριόμουν πολύ. Προς το πρωί, ενώ ήμουν σε μια κατάσταση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, ήρθε ο μπάτουσκα Παίσιος, τον είδα μπροστά μου ολοφάνερα και τον αναγνώρισα, γιατί είχα διαβάσει ένα βιβλίο σχετικό με την ζωή του. Μού σκέπασε το κεφάλι με μια πετσετούλα και εξαφανίστηκε. Την ίδια στιγμή κατάλαβα ότι βλέπει το τυφλό μάτι μου. Οι γιατροί δεν χρειάσθηκε να κάνουν τίποτε. Νοσηλεύτηκα στην παραπάνω κλινική από 4 μέχρι 11 Φεβρουαρίου του έτους 2002. Ο αριθμός του ιστορικού της ασθενείας μου είναι 31171.
»Ευχαριστώ τον Θεό για το έλεός Του σε μένα και τον μπάτουσκα Παίσιο για την βοήθειά του».


http://www.egolpion.com/vios_paisiou.el.aspx#ixzz2qa2Sx4Us