- Ο ένας ήταν ο συνταξιούχος παπάς που δεν θέλει να ¨ ξεκολλήσει¨ από την Εκκλησία που ιερουργούσε επί 50 συναπτά χρόνια φτιαγμένη από χέρια τιμίων Μακεδόνων- Ελλήνων κτιστάδων στα χρόνια της ακμής του χωριού.
- Ο δεύτερος και μοναδικός λαϊκός κατά αγαθή συγκυρία αν και δεν τελείωσε σχολείο έμαθε τα γράμματα στο Αναλόγιο και βοηθά τον Γέροντα Λευίτη στην ψαλτική.
- Ο τρίτος του εκκλησιάσματος της Aκολουθίας του Ακάθιστου Ύμνου ήμουν εγώ, ο νεόφερτος εκ Θεσσαλονίκης.
- Με το που μπήκα στον Ιερό Ναό της ΠΑΝΑΓΙΑΣ πήγα κατευθείαν στο Αναλόγιο για να βοηθήσω με τα λίγα βυζαντινά ψαλτικά που κατέχω. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση ήταν ο παπάς, που ήταν σοβαρός και αμίλητος . Και αν και τον ξέρω παιδιόθεν δεν με χαιρέτισε σαν να ήταν ¨ αλλού¨.
- Μόλις φτάσαμε στον Κανόνα «
νοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται Πνεύματος, και λόγον ρεύξομαι τ βασιλίδι Μητρί…», λές και το μυαλό μου ¨άνοιξε¨ και ξεφόρτωσα από όλες τις σκοτούρες. Οι ανοιξιάτικες ευωδίες, το θυμίαμα, αλλά και η κατάνυξη του ιστορικού χώρου που βρισκόμουν ¨με έστειλαν αλλού¨ .
-Τέλος πάντων φίλε, είπα μέσα μου ότι τελικά έκανα καλά που ήρθα σε αυτή την¨ ιερή σιγαλιά¨.
- Τι ήταν να το πω αυτό, και ξαφνικά όταν φτάσαμε στην Β’ στάση των ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ και ο Γέροντας Λευίτης αναγίγνωσκε με τρεμάμενη φωνή το « χαίρε της Τριάδος τους μύστας φωτίζουσα χαίρε τύρρανον απάνθρωπον εκβαλούσα της Αρχής…» άρχισε να κλαίει με ολολυγμούς και διέκοψε την απαγγελία των Χαιρετισμών.

Μάλιστα, άφησε το Βιβλίο από τα χέρια του , γονάτισε και ακούμπησε το πρόσωπο του πάνω στην Θεομητορική Εικόνα της Γλυκοφιλούσης βρέχοντας την με τα δάκρυα του.
Για λίγη ώρα μείναμε αμήχανοι επάνω στο ψαλτήρι και παρακολουθούσαμε τον Ιερέα και εμείς κατασυγκινημένοι.
Σε λίγο τον πλησιάσαμε και προσπαθήσαμε να τον ανασηκώσουμε . Ο Γέροντας είχε στην κυριολεξία γαντζωθεί από την Εικόνα και δεν έλεγε να σηκωθεί . Όμως κάτι ¨μουρμούριζε¨ της Παναγιάς μας που δεν τα καταλαβαίναμε.
Τελικά ο Γέροντας ανασηκώθηκε και στην συνέχεια για πρώτη φορά στην ζωή μου άκουσα στην κυριολεξία « Κλαυτούς Χαιρετισμούς »
Εκεί που είχα καλή διάθεση βλέποντας την συγκίνηση του Ιερέα δίχως να το θέλω ξαναθυμήθηκα τα βάσανα που με περίμεναν στην πόλη …
Μετά το τέλος των Χαιρετισμών ετοιμάσαμε ένα βραστό του βουνού και ζητήσαμε , ουσιαστικά απαιτήσαμε από τον Ιερέα να μας πει τι του συνέβη;
ΚΑΙ ο καλός παππούλης αναγκάσθηκε να μας πει για το γεγονός αυτό της αλλοίωσης- συγκίνησης του που μας είχε προβληματίσει.
--Παιδιά μου μην νομίζετε ότι είμαι εδώ πάνω αποκομμένος από τα προβλήματα των ανθρώπων.
Φίλοι συγχωριανοί από τις μεγαλουπόλεις, συγγενείς, πνευματικά παιδιά, μου μεταφέρουν το ζοφερό περιβάλλον της σημερινής Εθνικής μας επιβίωσης.
Πολλές φορές, στην Δέηση και όταν απαγγέλουμε ενώπιον του ΚΥΡΙΟΥ ημών το « …Υπέρ του ευσεβούς ημών έθνους και πάσης Αρχής και Εξουσίας εν αυτώ…» αναρωτιέμαι αν το Έθνος μας είναι σήμερα πραγματικά ευσεβές;
Και πώς μπορώ εγώ να αιτούμαι για κάθε «Αρχή και Εξουσία» που μας έφερε σε αυτά εδώ τα χάλια;
Υπάρχει όμως και αυτό, δηλαδή, τό «…ότι μας αξίζει, αυτό και μας δίνει ο ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΣ ».
Όμως έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.

Γιατί αν εγώ αιτούμαι για αυτούς που ψηφίζουν αντίχριστους νόμους ( Αρχές και Εξουσίες ) ουσιαστικά με την δέηση μου αυτή γίνομαι και Θεομάχος.

Εδώ και πολλά χρόνια παρακαλώ την Παναγιά μας, να ξεδιαλύνει τον λογισμό μου αυτό, και πιστέψτε με το κάνω με δάκρυα και πόνο.

Παραμονή του ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ χθές άκουσα κτύπους στην πόρτα του πτωχικού μου. Τρόμαξα, γιατί στις ημέρες μας πολλά συμβαίνουν και μάλιστα εδώ στην Μεθόριο. Ποιός να ήταν άραγε; Ο Ανέστης ο ψάλτης μου ; Αυτός όμως έλειπε στα πρόβατα...


Από το παραθυράκι έσκυψα και είδα έναν ηλικιωμένο Ιερέα. Αμέσως αναθάρρησα και άνοιξα την πόρτα . Βάλαμε μεταξύ μας την Ευχή και το κοντούλικο Γεροντάκι μπήκε στο σπιτικό μου με τέτοια άνεση, που λες και ήξερε όλες τις γωνιές του.

Το παρουσιαστικό του κάτι μου θύμιζε από τον μακαριστό Αυγουστίνο τον πρώην Φλωρίνης ( τον Καντιώτη ), γιατί κρατούσε ένα ραβδί και ήταν σκυφτός.

-- Πώς από τα μέρη μας Γέροντα ; το ρώτησα

-- Πολλές φορές έχω περάσει από αυτά τα μέρη και μάλιστα όταν ζούσαν εδώ πολλοί χριστιανοί. Φυσικά άλλα χρόνια τότε πάτερ μου. Τότε τα χρόνια ήταν Ιεραποστολικά, ενώ σήμερα αυτά που κτίσθηκαν με αίμα και αγώνες οι άπιστοι τα γκρεμίζουν.
Παλιά βγάζανε κανένα τούβλο για να χαλαρώσει η Ορθόδοξη Πίστη, σήμερα πλέον είναι προαποφασισμένο από αυτούς, να σωριάσουν όλο το ντουβάρι…

Επειδή φτάσαμε στην στιγμή να πειράζουν την ΗΜΕΡΑ του ΚΥΡΙΟΥ μας δηλ. την Κυριακή ( αργία ), και να υπερασπίζονται τα Σόδομα και τα Γόμορα, ήρθα να σου πω να μην σε πειράζει ο λογισμός που έχεις και όταν λες την ευχή «…Υπέρ του ευσεβούς ημών έθνους και πάσης αρχής και εξουσίας εν αυτώ…», τότε από μέσα σου να απαγγέλεις την ωδή των Χαιρετισμών « χαίρε τύρρανον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής…»

Πάτερ μου, η ΠΑΝΑΓΙΑ μας αποφάσισε ότι «αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να πάει άλλο…» !
Με τα λόγια αυτά το καμπουριαστό Γεροντάκι εξαφανίστηκε από μπροστά μου. Αλαφιασμένος, καί με ότι κουράγιο είχα έτρεξα προς την Εκκλησία. Μπαίνοντας η ματιά μου λες και την κατεύθυνε άλλος, πήγε και έπεσε πάνω στην Αγιογραφία του Παπά- Κοσμά του Αιτωλού που η Παράδοση λέει ότι πέρασε από το χωριό μας διδάσκοντας και βαπτίζοντας.
Τότε κατάλαβα ΠΟΙΟΣ επισκέφτηκε εμένα τον ανάξιο.
Φίλε μου, πήρα την ευχή του Γέροντα όταν κατεβώ στην Θεσσαλονίκη να «διαλαλήσω» το έκτακτο αυτό περιστατικό και όποιος πίστεψε- πίστεψε…
Μάλλον ο Ουρανός φέτος με το « χαίρε τύρρανον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής…» γράφει τον κυβερνητικό επίλογο.

Κωνσταντίνος Βαρδάκας

ΠΗΓΗ