Ὁ μὲν πρῶτος μὲ τὴν ἐξαπάτησιν ὁλοκλήρου τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι δῆθεν ἀποκατέστησεν ἐκκλησιαστικῶς τοὺς τιμωρηθέντας ὑπὸ τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας καὶ ὑπέγραψε, δεσποτοκρατικῶς καὶ ἀντικανονικῶς, τόμον ψευδοαυτοκεφαλίας τῆς ὑπ’ αὐτοῦ ἱδρυθείσης εἰς τὸ Κίεβον ψευδοεκκλησίας ἀπὸ καθῃρημένους, ἀναθεματισμένους, αὐτοχειροτονήτους καὶ σχισματικούς, ὁ δὲ δεύτερος, ἐπίσης δεσποτοκρατικῶς καὶ ἀντικανονικῶς, ἔσπευσε νὰ ἀναγνωρίση πρῶτος αὐτὸ τὸ δαιμονικὸν ψευδοεκκλησιαστικὸν μόρφωμα.

Όμως, η τοιαύτη εἰσπήδησις καὶ τῶν δύο αὐτῶν παρεκτρεπομένων Προκαθημένων συνεπάγεται καθαίρεσιν ! (ἔ.ἀ., σελ. 149).

Καὶ εἰς ἄλλο βαρύτατον κανονικὸν παράπτωμα περιέπεσον οἱ προδόται τῆς ἱερᾶς ἀποστολῆς των δύο αὐτοὶ ἐκκλησιαστικοὶ Ἡγέται.

Ἐνῷ εἰς τὸ Κίεβον ὑπῆρχε καὶ ὑπάρχει ὁ κανονικὸς Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας π. Ὀνούφριος, ὁ Πατριάρχης π. Βαρθολομαῖος ἐτοποθέτησε καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος π. Ἱερώνυμος ἀνεγνώρισε καὶ δεύτερον Μητροπολίτην Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας.

Αλλά οἱ ἱεροὶ Κανόνες ἀπαγορεύουν αὐστηρῶς τὴν ὕπαρξιν δύο Ἐπισκόπων εἰς τὸν αὐτὸν τόπον.

Ὁ ψευδοεπίσκοπος Ἐπιφάνιος

Ὁ ὡς ἄνω δεύτερος ψευδομητροπολίτης Κιέβου εἶναι ὁ ψευδοεπίσκοπος Ἐπιφάνιος στερούμενος Ἀρχιερωσύνης καὶ Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς. Ψευδοεχειροτονήθη ἀπὸ καθηρημένον. Ὑπὲρ τὰ ἑκατὸν εἶναι τὰ εἰς βάρος αὐτοῦ δημοσιεύματα καὶ οὐδὲν ἔχει ἀντικρουσθῆ.

Μητροπολῖται, Καθηγηταὶ Θεολογικῶν Σχολῶν, ἄλλοι λόγιοι Θεολόγοι, Ἡγούμενοι, Ἱερομόναχοι, Πρωτοπρεσβύτεροι, ὁμάδες Μοναχῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, δημοσιογράφοι, ἀρθρογράφοι κ.ἄ. Καταγγέλλουν ὅτι ὁ Ἐπιφάνιος ὑπάγεται εἰς τὴν τάξιν τῶν λαϊκῶν.

Ἰδοὺ παραδείγματά τινα ἀπὸ τὰ δημοσιεύματα: «Ἡ χειροτονία τοῦ Ἐπιφανίου δὲν εἶναι οὔτε κανονικὴ οὔτε νόμιμη». «Δὲν ἐπιτρέπεται καμμία ἐπικοινωνία μὲ τὸν ἀχειροτόνητο, σχισματο – αἱρετικό, ἀκοινώνητο καὶ Οὐνίτη ψευδομητροπολίτη Κιέβου Ἐπιφάνιο» (Ἁγιορεῖται Πατέρες). 

«Οἱ σχισματικοὶ ἀκολουθοῦν τὸν Ἐπιφάνιο». «Ὁ ψευδοκιέβου Ἐπιφάνιος ἀνήκει εἰς τὰς τάξεις τῶν λαϊκῶν». «Ἀχειροτόνητοι οἱ ἀντικανονικῶς χειροτονηθέντες» (ἔ.ἀ., σελ. 39).

Δέκα Αὐτοκέφαλοι Ἐκκλησίαι καὶ δεκαέξι Μοναὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους δὲν ἀναγνωρίζουν τὸν αιρετικόν Ἐπιφάνιον.

Αὐτὸς ὁ ἀχειροτόνητος ψευδοεπίσκοπος Ἐπιφάνιος ἐκλήθη καὶ συνελειτούργησε μὲ τὸν Πατριάρχην καὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπον. Φρίκη! Φρίκη! Φρίκη!

Δυσ­τυχῶς, ἀποδεικνύεται ὅτι ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δὲν φοβοῦνται τὸν Θεόν. Εἶναι ἀθεόφοβοι. Ἀλλὰ οὔτε καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἐντρέπονται;

Ὁμάδες πιστοῦ λαοῦ ἐκραύγαζον: «Εἶσθε προδόται τῆς Ὀρθοδοξίας». Πράγματι οἱ δύο αὐτοὶ κορυφαῖοι ἐκκλησιαστικοὶ Ἡγέται προδίδουν τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ κατασκανδαλίζουν τὸ πανορθόδοξον πλήρωμα.

Ἐπειδὴ ὅλα ἐγένοντο δεσποτοκρατικῶς καὶ οὐχὶ μόνον κατὰ παράβασιν, ἀλλὰ καὶ κατὰ περιφρόνησιν τῶν ἱερῶν Κανόνων, ἐχαρακτήρισα τὸ σκανδα­λῶδες συλλείτουργον τῆς Θάσου ὡς «ἀνίερον καὶ δεσποτοκρατικόν». «Ἀποτέλεσμα τῆς καταφρονήσεως ἱερῶν Κανόνων χωρισμὸς ἀπὸ Θεοῦ ἐστι» (ἔ.ἀ., σελ. 23).