Δεν αναγνωρίζομεν ανύπαρκτα «Προνόμια και δίκαια»

ουδενός Πατριαρχείου



Όλοι οι ευσεβείς Ορθόδοξοι, τόσο οι Έλληνες όσοι και οι άλλοι λαοί δεν αναγνωρίζουμε ξεχωριστά «Προνόμια και Δίκαια» σε κανένα Προκαθήμενο, ούτε φυσικά στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Δεν ισχύουν αντικανονικά προνόμια, βάσει των Ιερών Κανόνων και του Ιερού Ευαγγελίου, που είναι «Νεοπαπικής» εμπνεύσεως, διότι αυτά, καταδολιεύοντας τους ιερούς Κανόνες, προκαλούν καταδυνάστευσι Τοπικών Εκκλησιών, Επισκόπων, Κληρικών, Μοναχών και Χριστιανών.

Και δεν πρέπει να μας διαφεύγη ότι, αυτά τα προνόμια προσπαθεί τεχνιέντως, να καταργήση το Πατριαρχείον Μόσχας. Ίσως όμως, υποκρύπτεται η πρόθεσις, αυτό το ίδιο, να τα ιδιοποιηθή και να τα χρησιμοποιή εναντίον των άλλων Εκκλησιών.

Και για να είπωμε την καθαρή αλήθεια, τα παρουσιαζόμενα ως «Προνόμια και Δίκαια», πρώτον και κατ’ ουσίαν, είναι εξοφθάλμως αντικανονικά και αντιευαγγελικά, ως αντιβαίνοντα στις ακατάλυτες Ιερές Αρχές της Ισότητος, Ελευθερίας και Αγάπης μεταξύ των Εκκλησιών και των Επισκόπων.

Δεύτερον, στηρίζονται, κυρίως, σε Σουλτανικά Φιρμάνια, τουτέστιν σε αποφάσεις ματωμένων κατακτητών-εγκληματιών, δολοφόνων του Ελληνισμού. Όσα έγγραφα ενδοεκκλησιαστικών Υπερεξουσιών υπεγράφησαν από τους «Πολυχρονεμένους» «Πατισάχ» (= κύριος βασιλέων) του Ισλαμισμού, αποτελούν για τους Ορθοδόξους Μαύρα Διατάγματα και βδελυρές αποφάσεις.
Δυστυχώς δε, με βάσι αυτά τα αντικανονικά Διατάγματα-Προνόμια, καταπιέζονται καταλυτικά πολλές λαμπρές Εκκλησίες, και πλήθη επιλέκτων Επισκόπων.

Γι’ αυτούς τους δύο λόγους, ουδείς πρέπει να τα εφαρμόζη και ουδείς να τα υφίσταται αποδεχόμενός τα. Ουδείς σοβαρός κληρικός δύναται να τα επικαλείται και να τα προβάλλη.



Να σταματήσουν αι αντικανονικαί φαιδρότητες εξυψώσεως

του Πατριαρχείου...



Ας λάβουν τέλος οι διάφορες διακηρύξεις αντικανονικής εμπνεύσεως για τις υπερεξουσίες του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

Ας μη εκτίθενται μερικοί με διάφορες επηρμένες ψευδο-Ναπολεόντειες εκφράσεις. Να μη ομιλούν με δουλική αντικανονικότητα, όπως π.χ. ότι ο Πατριάρχης είναι «Πρώτος ΑΝΕΥ Ίσων». Είναι πρώτος, αλλά μεταξύ απολύτως ίσων και τίποτε περισσότερο.

Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν είναι τίποτε περισσότερο από τις άλλες Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.

Δεν έχει καμιά μοναδικότητα ως «Ιερά Καθέδρα», ούτε αυτό μόνο, ως μερικοί γράφουν, είναι ο «Εγγυητής της Ενότητος και της απαραχαράκτου πίστεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας», ούτε έχει «διαχρονική Θεϊκή Αποστολή», ούτε είναι ξεχωριστός «Ιερός Θεσμός».

Πάντα ταύτα, εξ ίσου, κατέχει ΚΑΘΕ τοπική Εκκλησία και ΟΛΕΣ μαζί εν Πνεύματι Ενότητος, συνολικώς θεωρούμενες, ως Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξος Εκκλησία.

Αποτελεί αντικανονική και αντιεκκλησιαστική εκτροπή, το να λαμβάνουμε ο,τι ανήκει σε κάθε Τοπική Εκκλησία και στο Σύνολο αυτής Εκκλησίας και να το αποδίδουμε ως προνόμιο, μονομερώς και αυτοτελώς, σε μία μόνο Αυτοκέφαλο Τοπική Εκκλησία,.

Δεν θα ήτο έξω από την αλήθεια, εάν διατυπώναμε την άποψι, πως φοβούμεθα, μήπως, αυτό αποτελεί Εκκλησιολογική αίρεσι, όπως κατ’ αναλογίαν ισχύει για το Παπικό Πρωτείο και το Παπικό Αλάθητο.

Οφείλουμε να τονίσουμε και την αλήθεια ότι, «Ιερός Θεσμός» με «Θεϊκή Αποστολή», και «Εγγυητής Ενότητος και Αληθείας», είναι Η ΚΑΘΕ Αυτοκέφαλος Εκκλησία, και, κατά τους Ιερούς Κανόνες, Ο ΚΑΘΕ Επίσκοπος της Ορθοδοξίας, εντός του Ενιαίου Σώματος της Ιεράς Ολκάδος, της Εκκλησίας.


Δεν αναγνωρίζομεν «Τόμους» και «Πράξεις»


Κατά προφανή ακολουθίαν, δεν αναγνωρίζουμε «Τόμους» και «Πράξεις», που εμπεριέχουν προνόμια και εξουσίες επάνω σε άλλες Τοπικές Εκκλησίες. Αυτά είναι εντελώς αντικανονικά και άκυρα, διότι αντιβαίνουν στο πνεύμα της ελευθερίας και του Σεβασμού των Ιερών Κανόνων και του ασαλεύτου Ευαγγελίου.

Προφανώς, είναι σφόδρα αντικανονικόν οι Μητροπολίτες της Βορείου Ελλάδος να μετέχουν εν Αγίω Πνεύματι ισοτίμως στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, να αποφασίζουν, να ψηφίζουν και να ψηφίζωνται, αλλά να μνημονεύουν μαζί με την Ιερά τους Σύνοδο και τον Προκαθήμενο ετέρας Αυτοκεφάλου Εκκλησίας.

Αυτό θα oμοίαζε, ως εάν, οι Βουλευτές ενός Ελευθέρου Ελληνικού Κοινοβουλίου, εψηφίζοντο από τους Έλληνες, και εψήφιζον ως Έλληνες, αλλά να έπαιρναν εντολές και γραμμές από Αρχηγό άλλου Κράτους, η να ενεργούσαν εν Ονόματι αυτού.

Τα κείμενα των «Τόμων» και των «Πράξεων», εθεσπίσθησαν παλαιά, κατ’ άκραν Εθνικήν και Εκκλησιαστικήν Οικονομίαν. Έγιναν δε, προσωρινώς, «συμβολικώς ανεκτά», μόνον για λόγους ειδικής «Ηθικής Συμπαραστάσεως» προς το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τότε, την μεγάλη εκείνη ημέρα, που έφθασε η ευλογία της Ελευθερίας του Έθνους.

Το Ελληνικό Γένος, σταδιακά, αποκτούσε την ελευθερία του αποτινάζοντας τον επαχθέστατο Τουρκικό ζυγό και κέντρο του Ελληνισμού καθίστατο πλέον η Πρωτεύουσα του Έθνους, η Αθήνα.

Η Επανάστασις του 1821 εκράτησε εκατό και πλέον χρόνια και συνεχίζεται, μέχρι να απελευθερωθούν όλες οι σκλαβωμένες περιοχές και να ενταχθούν στην Ελευθέρα Ελλάδα, στην Εκκλησία του Ελευθέρου Γένους.

Η Βόρειος Ελλάς (Μακεδονία, Θράκη και Ήπειρος), τα Δωδεκάνησα και η Κρήτη αποτελούν αναπόσπαστα εκλεκτά μέλη της Ελευθέρας Ελλάδος και πρέπει να ανήκουν Κανονικώς εις την Μίαν Εκκλησίαν αυτής.

Δεν επιτρέπεται η ενιαία ελευθέρα Ελλάς να διέπεται από εξ Εκκλησιαστικά πνευματικά συστήματα. Είναι απαραίτητο Κανονικώς, Εκκλησιαστικώς και Εθνικώς να συντελεσθή Εκκλησιαστική ενοποίησις, ολοκλήρου της έως σήμερον ελευθέρας Ελλάδος.

Τότε και μόνον τότε, θα σταματήση ο «Πόλεμος», ο «Ψυχρός Πόλεμος», Αθηνών-Φαναρίου, που μαίνεται, χωρίς διακοπή από το 1833 έως σήμερον.


«Αυτόγνωμος» η Αυτοκεφαλία της Ελλάδος το 1833



Είναι νομίζουμε περιττό, αλλά θα το επισημειώσουμε, για να γίνη κατανοητό προς πάσα κατεύθυνσι. Η Αυτοκεφαλία της Ελευθέρας, μικρής τότε Ελλάδος, μετά την Επανάστασι του 1821, κατά το 1833, ήτο Κανονική και Εθνικώς επιβεβλημένη. Όπως δε απεφαίνετο η ανακήρυξις της Αυτοκεφαλίας, ήτο «Αυτόγνωμος» και εγένετο από τους τότε ελευθέρους Επισκόπους, και τους κληρικούς, των οποίων τα ράσα ήσαν μαυροκόκκινα από τους ποταμούς αιμάτων που έρρευσαν για την ελευθερία του Γένους.

Η Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν έχει ουδεμία σχέσι με την Βαυαροκρατία, η οποία απλώς ενέκρινε αυτό που το Έθνος τότε απαιτούσε. Ελευθέρα Ελλάδα με Ελευθέρα Εκκλησιαστική και Πολιτική ηγεσία στην Αθήνα και πουθενά αλλού.

Καταγράφουμε δε πως, την Κανονική «Αυτόγνωμο» απόφασι της Εκκλησίας της Ελλάδος ηκολούθησαν και τα άλλα Βαλκανικά Έθνη, και, πολύ ορθώς, και πολύ δικαίως, και ανεκήρυξαν και εκείνα την Αυτοκεφαλία τους. Είμεθα Ελεύθεροι Ορθόδοξοι. Και μάλιστα, Ελεύθεροι Έλληνες Ορθόδοξοι, σε Ελευθέρα Ελλάδα.

Νομοκανονική ρύθμισις της Βορείου Ελλάδος



Και τώρα, εισηγούμεθα εκείνο, που όλοι οι ορθοφρονούντες Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί επιθυμούν και προτείνουν, συζητώντας σε χαμηλούς τόνους. Να εφαρμοσθούν οι Ιεροί Κανόνες και το Ιερό Ευαγγέλιο (17ος κανών Δ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, εν Χαλκηδόνι 451μ.Χ, 38ος Πενθέκτης«εν Τρούλλω» Οικουμενικής Συνόδου, εν Κωνσταντινουπόλει, 691μ.Χ.). Εκείνο που και ο Ιερός Φώτιος, αποφαινόμενος κατηγορηματικά επιτάσσει, λέγοντας ότι, «τα Εκκλησιαστικά πρέπει να συμμεταβάλλωνται με τα Πολιτικά».

Κατά συνέπειαν, επιβάλλεται η τακτοποίησις του ζητήματος της Βορείου Ελλάδος, βάσει των Ιερών Κανόνων, του Ιερού Ευαγγελίου της Χάριτος και της αληθούς ελευθερίας.

Με Ιερά Συνοδική Απόφασι, συμμετέχοντος του συνόλου των Ιεραρχών της Βορείου Ελλάδος, να ψηφισθή, η πλήρης και χωρίς αντικανονικές σκιές και ασάφειες ενταξής των εις την Ελληνική Εκκλησία, με μνημόνευσι μόνον της Ιεράς Συνόδου αυτής.

Κατόπιν, αυτή η απόφασις, να επικυρωθή με Ιερά Συνοδική απόφασι της Ιεραρχίας της Νοτίου Ελλάδος.

Ταυτοχρόνως, να συντελεσθή και η ένταξις του Αγίου Όρους εις την Εκκλησία της Ελλάδος, και στην αντίστοιχη Ι. Μητρόπολι Ιερισσού και Αγίου Όρους (μόνο μνημόνευσις του Σεβ. Ιερισσού, ο οποίος υπήρξε μεμαρτυρημένως ιστορικώς ο Κανονικός Επίσκοπος του Αγίου Όρους, ενώ διοικητικώς ανέκαθεν ήτο απολύτως αυτοδιοίκητον).

Όχι βέβαια ότι η Βόρειος Χώρα, από την απελευθέρωσί της και εντεύθεν, δεν ανήκει στην Εκκλησία της Ελλάδος. Αλλά να φύγη κάθε δυνατότης παρερμηνειών και παραποιήσεων της Κανονικότητος, που παγιδεύουν και ταράσσουν τις συνειδήσεις των πιστών, και δίδουν λαβές στους συνειδητούς η ασυνειδήτους εχθρούς της Πατρίδος.

Όπου δε απαιτείται να συντελεσθή και νομοθετική ενέργεια από την Ελληνική Πολιτεία.

Νομοκανονική ρύθμισις της Κρήτης και της Δωδεκανήσου

Η ίδια Κανονική διαδικασία, πρέπει να ακολουθηθή και για την Εκκλησία της Κρήτης και για την Εκκλησία της Δωδεκανήσου, που συνιστούν κρίσιμα και επίλεκτα τμήματα της Ελληνικής Επικρατείας.

Να συγκληθή, η Ιεραρχία των εννέα Μητροπολιτών της Κρήτης και να αποφασίση την ένταξί της στην Εκκλησία της Ελλάδος.

Να συγκληθή επίσης, η Ιεραρχία των πέντε Μητροπολιτών των Δωδεκανήσων και να αποφασίση την ένταξί της στην Εκκλησία της Ελλάδος.

Να επικυρωθούν οι αποφάσεις των δύο Ιεραρχιών από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος και να συντελεσθή η ενοποίησις, όλων των άλλων τμημάτων, με την Εκκλησία της Κρήτης και των Δωδεκανήσων, φυσικά με μνημόνευσι της Ιεράς Συνόδου της Ελλάδος.

Συνάμα, να πραγματοποιηθή και η ένταξις της Ιεράς Μονής Πάτμου στην Εκκλησία της Ελλάδος και στην αντίστοιχη Ι. Μητρόπολι της Λέρου και Καλύμνου, διατηρούσα την ιστορικήν της αξία.

Και εν προκειμένω, να θεσμοθετηθούν τα δέοντα από την Ελληνική Πολιτεία.



Η
Ελλάς δοξάζουσα και αντιδοξαζομένη



Κατακλείοντας τις σκέψεις μας, υπενθυμίζουμε ότι, όταν οι Ελληνες εζήτησαν να ίδουν τον Κύριο, εκείνος ανεφώνησε ένα υπέροχο λόγο που μας συνέχει:

«Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου» (Ιω. ιβ, 20-23),


Άπαντες γνωρίζουμε πως, η Ελλάς προετοιμαζόταν, για να υποδεχθή Τον Λυτρωτή του κόσμου, πριν από την έλευσί Του. Και Τον υπεδέχθη, πρώτη αυτή απ᾽ όλα τα Έθνη σ’ εκείνη την υπέροχη συνάντησι. Εν συνεχεία, οι Έλληνες, πρώτοι αυτοί, εστρατεύθησαν και υπηρέτησαν τον Κύριο. επί είκοσι ένα αιώνες, άνευ διακοπής και ταλαντεύσεως.

Εκλεκτά τέκνα της Ελλάδος, υπήρξαν οι πλείστοι Μάρτυρες και οι Ομολογηταί, οι πλείστοι Πατέρες και Διδάσκαλοι, οι πλείστοι εμπνευσμένοι Υμνογράφοι, αλλά και οι ηρωϊκοί εκείνοι μαχηταί του Βυζαντίου, που επί χίλια εκατό χρόνια απέκρουσαν τους βαρβάρους Ανατολής και Δύσεως.

Αυτής της Ελλάδος επίλεκτα τέκνα είναι και οι σημερινοί ευλαβείς αγωνισταί που πολεμούν σθεναρώς κατά της Νεοειδωλολατρίας, κατά του Οικουμενισμού, κατά των ποικίλων Εθνομηδενιστών, και κατά των Εθνο-Διασπαστών, που κατακλύζουν τον Ιερό τούτο Τόπο.

Γι’ αυτό το λόγο, επιβάλλεται να είναι Ενωμένη, Ισχυρή, Πνευματική, Οργανωμένη. Να συνεργάζεται δε, αρμονικά και σεμνά με όλες τις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, τις Ελληνικές και των άλλων Εθνών, στη βάσι της εν Χριστώ Συμψύχου, Ισαδέλφου και Ισοβασιλείου αγάπης, της γνησίας ελευθερίας και της Αυτοθυσιαστικής προσφοράς.

Ορθόδοξος Τύπος,--- 20/05/2016