Όλοι αυτοί, φωνάζοντας δυνατά, έπιασαν τον Άγιο και, αφού τον έδεσαν στο δέντρο*, άρχισαν να τον κτυπάνε, να τον τρυπάνε με τα σπαθιά τους και το αίμα να τρέχει στη γη. Του έκαναν μαρτύρια ανήκουστα, κόβοντας κομματάκια από το κορμί του, ενώ με γυρισμένα τα μάτια στον ουρανό ο Άγιος προσευχόταν. Ακόμη και ένα μικρόσωμο σκυλάκι πού συνεχώς γαύγιζε δίπλα του προσπαθώντας να τον ελευθερώσει, το κυνήγησαν κι΄ αυτό οι τύραννοι…

Από τον φόβο μου και την αγωνία μου, συνεχίζει ο κ. Σπυρόπουλος, βλέποντας την ζωντανή αναπαράσταση του μαρτυρίου του Αγίου Εφραίμ, ξύπνησα, αλλά όταν σε λίγο ξανακοιμήθηκα το ίδιο όνειρο συνεχίσθηκε…

Δεν έβλεπα τώρα τους τυράννους, αλλά μόνο τον Άγιο δεμένο πάνω στο δένδρο που και σήμερα υπάρχει, κατακόκκινο μέσα στο αίμα του, χαρακωμένο από παντού, αλλά δεν ζούσε πια, είχε πεθάνει…

Κι΄ εγώ, πάντα κρυμμμένος πίσω από μιά βρύση και προσευχόμενος στον Θεό να μου δώσει δύναμη, φοβόμουν να βγω μη ξέροντας πιά τί να κάνω...

Και ξαφνικά βλέπω να μπαίνουν βιαστικά εκεί μερικοί άνθρωποι, να ξεκρεμάνε τον Άγιο και να τον μεταφέρουν σε έναν λάκκο πιο πέρα, βάζοντάς τον μέσα.

Έβλεπα, ακόμη, ένα μικρόσωμο σκυλάκι με ένα κομμάτι κρέας στο στόμα να κατευθύνεται στον λάκκο και ρίχνοντάς το μέσα να απομακρύνεται ουρλιάζοντας πένθιμα.

Ήταν ακριβώς το ίδιο σκυλάκι, γιά το οποίο σε ένα άλλο όραμά είχε πάλι αναφερθεί ο Άγιος, ότι ήταν ” το μόνο πλάσμα που μου συμπαραστάθηκε τότε, γλείφοντας τις πληγές μου….”

Στο προαύλιο της μονής υπάρχει η μουριά πάνω στην οποία οι Τούρκοι κρέμασαν ανάποδα και βασάνισαν τον Άγιο Εφραίμ κι όπου άφησε την τελευταία του πνοή.

UP