Το Λευιτικόν- βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης- ένα από τα πέντε πρώτα βιβλία της Πεντατεύχου δηλαδή, από του ενδεκάτου έως του δεκάτου έκτου κεφαλαίου του, μας δίνει αυτήν την εικόνα της εννοίας του «καθαρού» και του «ακαθάρτου». Βέβαια, αυτή η εικόνα είναι ευρεία. Αναφέρεται σε πολλά πράγματα. Στις τροφές, στα αντικείμενα, στον άνθρωπο. Τροφές, αντικείμενα, άνθρωπος.

Αν θα ‘πρεπε να δούμε αν όντως όλα αυτά τα οποία αναφέρει το βιβλίον αυτό, το Λευιτικόν, είναι βρώμικα, βέβηλα – «ακάθαρτο» θα πει βέβηλο- αν όντως είναι βέβηλα, τότε θα βλέπαμε ότι προσκρούουμε σε άλλα σημεία της Αγίας Γραφής, και της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, απ΄ό,τι ο Θεός έχει κάνει, τίποτα το βέβηλον.


Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης απορεί γιατί οι γυναίκες είναι ακάθαρτες κάθε μήνα.

Λέγει ίσως –βάζει ένα ίσως- ίσως, είναι στο Πηδάλιο σελίδα 22, ίσως δια την σκληροτραχηλίαν – σκληρότητα- των αντρών, που δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι σημαίνει εγκράτεια, δια να προστατεύσει ο Θεός τη γυναίκα, καθιστά τον άντρα ακάθαρτον, αφού κατέστησε τη γυναίκα ακάθαρτον νομικώς και ότι θα έπρεπε να τύχουν καθαρισμού κτλ. από νομικής πλευράς».

Όπως θα γνωρίζετε, το καθαρόν και το ακάθαρτον μέσα στην Παλαιά Διαθήκη, είναι θα λέγαμε, ένα Άλφα και Ωμέγα. Τόσο μάλιστα που οι Εβραίοι, όταν πήγαιναν στην αγορά και γύριζαν σπίτι τους, δεν έτρωγαν ψωμί, εάν δεν έπλεναν τα χέρια τους καλά καλά.

Πλένανε πιάτα, πλένανε κρεβάτια, τα πάντα πλένανε, όχι πλένοντας, όπως, θα λέγαμε, γιατί το πιάτο φάγαμε και είναι βρώμικο, ή γιατί το κρεβάτι θέλει ξεσκόνισμα ή πλύσιμο, όχι καθαρισμός νομικός. Ο Χριστός αυτήν την υπερβολή τούς την κατακρίνει γιατί θέλει να δώσει μίαν άλλην εικόνα των πραγμάτων. Δηλαδή τι ακριβώς; Θέλει να βοηθήσει τους ανθρώπους του παλαιού νόμου να αντιληφθούν ότι μέσα από τον καθαρισμόν αυτόν υπάρχει κάτι άλλο.
Στην Παλαιά, λοιπόν, Διαθήκη επικρατούν τρία σημεία ακάθαρτα.

Εκτός από τα ζώα ως προς το φαγητό. Όσον αφορά εις τον άνθρωπον. Ποία είναι αυτά; Το πρώτον είναι η γέννησις. Η γυναίκα θεωρείται ακάθαρτη όταν γεννήσει παιδί. Οι καημένες οι γυναίκες διαμαρτύρονται και λένε: «Είμαι ακάθαρτη; Γιατί;», ρωτάνε.

Είναι κάτι που το αισθάνονται πολύ άσχημα. Γιατί είναι ακάθαρτο. Μετά, θεωρείται ακάθαρτη η ασθένεια, από νομικής πλευράς, και μάλιστα το αποκορύφωμά της, η λέπρα. Θυμηθείτε όταν οι δέκα λεπροί συναντούν τον Χριστόν. Υπήρχαν ορισμένοι τόποι στους οποίους σύχναζαν οι λεπροί. Και οι τόποι αυτοί ήταν εις το ύπαιθρον. Ποτέ μέσα στις πόλεις. Εθεωρούντο νομικώς ακάθαρτοι.
Και τρίτον, ο θάνατος. Εάν πέθαινε κάποιος άνθρωπος, εκεί εις το σπίτι μέσα, εθεωρείτο το σπίτι ακάθαρτον και ο νεκρός ακάθαρτος. Εκείνοι που τον επεριποιούνταν να τον πλύνουν, να τον καθαρίσουν, να τον θάψουν, έπρεπε μετά ταύτα να υποστούν νομικόν καθαρισμόν. Ήταν ακάθαρτοι, αν πέθαινε το πρωί ο άνθρωπος, μέχρι το βράδυ ακάθαρτοι.

Ο «ναζιραίος», ο αφιερωμένος στον Θεό, δεν έπρεπε να δει ούτε νεκρόν. Όχι να αγγίξει, ούτε να δει. Εάν του ‘λεγαν: «Πέθανε ο πατέρας σου», δεν έπρεπε να πάει να δει τον πατέρα του νεκρόν· διότι, ως αφιερωμένος στον Θεό, δεν χωρούσε τίποτε το ακάθαρτον μέσα σε μια αφιέρωση. Θυμηθείτε όταν οι Εβραίοι, δεν ήθελαν να μπουν παραμονή του Πάσχα εις το Πραιτώριον· «ἵνα μή μιανθῶσιν», όπως λέει ο ευαγγελιστής, Ιωάννης μου φαίνεται.

Για να μη μιανθούν, βεβηλωθούν, για να μπορέσουν να φαν το Πάσχα. Αλλιώς δεν μπορούσανε να φάνε το Πάσχα. Εθεωρούντο ακάθαρτοι. Έπρεπε να υποστούν νομικόν καθαρισμόν. Αλλά δεν έμεναν περιθώρια για νομικόν καθαρισμόν και για να μην μιανθούν και μείνουν χωρίς να φάγουν το Πάσχα, μένουν έξω από το Πραιτώριον. Έξω από το δικαστήριο...

Ευθύς παρακάτω, ευθύς παρακάτω, θα δούμε μία μορφή, τον Συμεών, τον γέροντα, ο οποίος είχε καθαρή αντίληψη των πραγμάτων και τίθεται το ερώτημα: «Γιατί;». Αλλά θα το δούμε στη συνέχεια του πράγματος.
Πάντως, να τελειώσουμε από το χωρίον αυτό, η Θεοτόκος δεν υπέκειτο εις την ανάγκη τέτοιου καθαρισμού, διότι δεν συνέλαβε κατόπιν επιθυμίας, δεν υπήρξε σύλληψις κατά φύσιν, ώστε να υπεισέλθει το προπατορικόν αμάρτημα. Ήτο λοιπόν η Θεοτόκος καθαρή. Η ιδία δε, ως φέρουσα το προπατορικόν αμάρτημα, το έφερε η Παναγία, εκαθαρίσθη με την έλευσιν του Αγίου Πνεύματος. Όταν δηλαδή, είπε ο άγγελος «Καί πνεῦμα ἅγιον ἐπισκιάσει σοι», «θα σε επισκιάσει», εκεί γίνεται και η κάθαρσις της Θεοτόκου ώστε και η ιδία καθαρή και ο τόκος της καθαρός.

Συνεπώς δεν αναφερόμεθα πια εις την Θεοτόκον. Αλλά και αυτό γίνεται για να μην σκανδαλιστούν οι γύρω. Και η Παναγία πληροί τον νόμον· αν και δεν είχε ανάγκη.
Αλλά, γιατί εδώ προσάγεται ο Ιησούς; Προσφέρεται ως δώρο· διότι για να το πάρεις πίσω, πρέπει να προσφέρεις την αξία του δώρου. Γι’αυτό έδιναν εκείνο το οποίο έδιναν. Για τη θυσία του δώρου.

Μάλιστα, από τα δύο πουλιά, τα δύο τρυγόνια ας πούμε, τα δύο περιστέρια, το ένα το έσφαζε ο ιερεύς για τον καθαρισμό της γυναικός, της μητέρας του. Και το άλλο το άφηνε ελεύθερο να φύγει ως δώρον δια το παιδί. Έχομε λοιπόν το στοιχείο της προσφοράς. Ο Χριστός δυο φορές προσεφέρθη εις τον Πατέρα. Δύο φορές. Άνθρωπος. Η μία είναι εις τον ναόν και η άλλη είναι εις τον Γολγοθά.

Αυτό, αυτή η διπλή προσφορά του Χριστού επαναλαμβάνεται μέσα εις την Θείαν Λειτουργίαν. Όταν με το πρόσφορό μας, που χαράξαμε τον Αμνόν, υψώνομε, προσάγομε, προσκομιδή- προσαγωγή, προσκομιδή, προσφορά· είδατε; Σηκώνομε την προσφορά· είναι δώρον προς τον Πατέρα, δηλαδή ο Ιησούς είναι δώρο στον Πατέρα. Δεν προσφέρομε το ψωμί εις τον Πατέρα, αλλά ο Ιησούς αντιπροσωπεύεται από τον Άρτον και προσφέρεται ο Ιησούς ως δώρο για τον Πατέρα. Γι΄αυτό εις την προσκομιδή βάζουν άλλοι μεν την εικόνα της κενώσεως, της ταπεινώσεως, άλλοι δε της Γεννήσεως. Και οι δύο είναι σωστές.

Και τώρα μπαίνουμε σε μία νέα σκηνή. Θα το ξέρετε πάντοτε, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, όταν θέλει να εισαγάγει μια νέα σκηνή, συχνά χρησιμοποιεί το «Ιδού». Θέλει να ελκύσει την προσοχή. Και λέει ο στίχος 25: «Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος, δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἅγιον ἐπ᾿ αὐτόν».

«Ήταν», λέγει, «κάποιος άνθρωπος εις τα Ιεροσόλυμα». Ο άνθρωπος αυτός δεν ήτο ιερεύς. Προσέξτε, υπογραμμίζω: Δεν ήτο ιερεύς. Υπάρχει ίσως η ευρεία αντίληψις ότι ο Συμεών ήτο ιερεύς. Όχι. Αν ήτο ιερεύς, θα μας το έλεγε ο Ευαγγελιστής Λουκάς αυτό. Δεν ευρίσκετο εις το ιερόν. Πρέπει να σας πω ακόμη ότι το όλο κτίσμα διαιρείτο σε δύο γενικά μέρη· εις το ιερόν και εις τον ναόν.

Όταν λέγει ιερόν εννοεί τις αυλές και όλες τις οικοδομές που ευρίσκοντο εις τας αυλάς. Είχε πολλές αυλές ο ναός του Σολομώντος. Πολλές αυλές. Αν έχετε δει αναπαράσταση του ναού, θα το έχετε αντιληφθεί αυτό. Συνεπώς, ιερόν λέγεται όλα τα εξωτερικά κτίσματα, τα εκτός του κυρίως ναού, και οι αυλές· και ναός λέγεται το κύριον κτίσμα, μέσα εις το οποίον εγίνετο η λατρεία.

Ο ναός τώρα είχε ιδιαίτερα χωρίσματα, δεν μένω εκεί· όταν λέγει εδώ ότι ήρθε εις το ιερόν ο άνθρωπος αυτός, ήρθε εις την αυλήν, έξω από τον ναό. Απηγορεύετο δε να μπει εθνικός και εις το ιερόν, δηλαδή και εις την αυλήν, όχι μόνο εις τον ναόν.

Και ο άνθρωπος αυτός έρχεται, το όνομά του Συμεών, όπως είδαμε, κάτω από το Πνεύμα το Άγιον. Από την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος. Να μια προώθησις. Το Πνεύμα το Άγιον τού λέγει: «Πήγαινε εις τον ναόν· πήγαινε εις τον ναόν». Όπως ακριβώς συνέβη με τον Φίλιππον τον διάκονον, όταν το Πνεύμα το Άγιον του λέγει: «Σήκω, πήγαινε ‘’κατά μεσημβρίαν’’ – δηλαδή προς νότον- στον δρόμο που πάει προς την Γάζα». Πάλι το Πνεύμα το Άγιον τού λέει, όταν περνούσε το αμάξι του Αιθίοπος- πώς το λέγει; Δεν μπορώ να σας πω, δεν ξέρω, δεν ξέρω πώς… Ωθεί, εμπνέει: «Κάνε αυτό». «Προσκολλήθητι», λέει, «τῷ ἅρματι». «Κόλλησε, άρπαξε, γαντζώσου από το άρμα».
Βλέπετε λοιπόν ότι κάτω από την επίδραση και έμπνευση και ώθηση του Αγίου Πνεύματος, ο Συμεών αφήνει το σπίτι του, θα ‘λεγε κανείς, κάπως ξαφνικά, φυσικά πήγαν ο Ιωσήφ και η Θεοτόκος με το βρέφος Ιησούν, δεν θα ‘ταν πολλή ώρα, θα ‘καναν το έργο τους και θα έφευγαν, πολύ λίγη ώρα, ελαχίστη. Συνεπώς ξαφνικά πρέπει να φεύγει ο άνθρωπος από το σπίτι του, να πηγαίνει κατευθείαν για τον ναό.
Έχει πολύ σημασία αυτό. Αλλά, σε λίγο, θα εμφανιστεί μία γυναίκα. Είναι η Άννα η προφήτις. Τόσο ο Συμεών- που θα το αναλύσουμε ιδιαιτέρως αυτό- όσο και η Άννα η προφήτις, ομολογούν θαυμαστά πράγματα. Λέγει ο Συμεών μόλις είδε το βρέφος: «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου ἐν εἰρήνῃ». «Τώρα να πεθάνω. Όπως είμαι. Είδαν τα μάτια μου το σωτήριόν σου».


Αλλά – επιτρέψατέ μου μια μικρή παρένθεση και θα τελειώσουμε- εδώ λέγει ότι «προσεδέχετο παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ», έτσι λέγει το ιερόν κείμενον, ότι «προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ». «Παράκλησις» θα πει παρηγορία· «προσδεχόμενος» θα πει αναμένων· περίμενε παράκληση. Δηλαδή ότι ο Μεσσίας θα ήτο η παράκλησις, θα ήτο η παρηγορία του λαού. Να γιατί ο Χριστός είπε στους μαθητάς Του:

«Συμφέρει», λέει, «Εγώ να φύγω. Θα σας στείλω άλλον Παράκλητον, το Πνεύμα της Αληθείας». Όταν λέγει «άλλον Παράκλητον» σημαίνει ότι ομιλεί και έχει υπόψιν για έναν ομοίως δεύτερον. Ποιος είναι ο άλλος; Το ένα είναι το Πνεύμα το Άγιον και ο άλλος; Είναι ο Ίδιος. Βλέπετε πώς ονομάζει ο Χριστός τον εαυτόν Του; Παράκλητον. Βλέπετε πώς ο Συμεών αποκαλεί τον Μεσσίαν; Παράκλησιν εις τον Ισραήλ. Περίμενε παράκληση· παρηγορίαν. Δηλαδή ο Μεσσίας είναι Παράκλητος· παρηγορία, παρήγορος.Το Πνεύμα το Άγιον λέγεται Παράκλητος. Γιατί; Διότι μένει και μας βοηθά, μας παρηγορεί, μας ενισχύει. Κι ο Χριστός λοιπόν Παράκλητος· και το Πνεύμα το Άγιον Παράκλητος.

Και τον πληροφορεί το Πνεύμα του Θεού τον Συμεών: «Δεν θα πεθάνεις, έως ότου δεις το σωτήριον του Θεού». «Σωτήριον τοῦ Θεοῦ» είναι ο Σωτήρ, δηλαδή ο Μεσσίας. Δεν θα πεθάνεις. Πόσο ετών να ήτο; Ογδόντα; Ενενήντα; Εκατό; Εκατόν είκοσι; Εκατόν πενήντα; Δεν μας λέει η Αγία Γραφή. Ο λόγος του Θεού δεν μας λέγει. Ένα μας λέγει μόνο. Ότι ερευνούσε ανά πάσα στιγμή πότε θα έρθει ο Μεσσίας. Είχε άραγε υπόψη ο Συμεών τις περίφημες εβδομάδες του Δανιήλ; Οι περίφημες εβδομήντα εβδομάδες του Δανιήλ συμπίπτουν ακριβώς με τη Γέννηση του Χριστού. Εβδομήντα εβδομάδες. 490 χρόνια. 7 x 7 = 49. 490 χρόνια. Είναι ο Δανιήλ ο μόνος που ορίζει επακριβέστατα το έτος Γεννήσεως του Μεσσίου. Τι έκανε λοιπόν ο Συμεών; Έψαχνε.


Ο Συμεών είναι ο πρώτος που δείχνει τον Χριστόν. Είναι πιο δύσκολο από του να πεις μια γυναίκα φτωχιά, η Θεοτόκος, με μια μαντήλα στο κεφάλι της, και ένας γέροντας δίπλα της, ο Ιωσήφ, κρατούν ένα μωρό, σαράντα ημερών. Κοινή, κοινοτάτη εικόνα. Θέλω να σας μεταφέρω στον ρεαλισμό των πραγμάτων, για να μπούμε στο πνεύμα. Ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια του ναού κι άλλες μανάδες, κι άλλες γυναίκες με τους άντρες τους πάνε στον ναό. Για την ίδια δουλειά. Έρχεται ο άνθρωπος ο Συμεών να πει: «Αυτός είναι ο Μεσσίας. Αυτό το μωρό είναι ο Μεσσίας». Το παίρνει στην αγκαλιά του. Ω εκείνη η αγκαλιά…


Όταν ο καθένας μας, αγαπητοί μου, γίνει ένας Συμεών και προσδοκά και προσδέχεται και αναμένει και ερευνά τον λόγον του Θεού. Κατακλυσμός αμαρτίας υπάρχει. Κατακλυσμός ιδεών και αντιλήψεων αντιχριστιανικών υπάρχει. Αφελληνιζόμεθα ημέρα τη ημέρα! Αποχριστιανιζόμεθα ημέρα τη ημέρα! Σαν Έλληνες μιλώ. Και σαν Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Συνεχώς χάνομε έδαφος. Συνεχώς ξεφτίζουμε. Και ερωτούμε: Πού πάμε; Μελετάμε, βλέπουμε τους καιρούς; Πού θα φτάσουμε; Πού θα φτάσουμε; Τι θα γίνει; Και βλέποντες, τι μπορούμε να κάνουμε;
Αγαπητοί μου, μία έκκληση από τον Θεό, να αρχίσουμε να βλέπουμε. Όχι σαν τον Καϊάφα που ήθελε να εθελοτυφλεί. Όχι σαν τον Συμεών, που ήθελε να διακρίνει. Και διακρίνοντες, τουλάχιστον να πούμε την εσχάτη στιγμή: «Κύριε, λυπήσου τον λαό και ξαναφέρε μας πάλι πίσω. Ξεφτίσαμε φοβερά! Και πάμε να χαθούμε. Και σαν Εκκλησία, και σαν πολιτεία. Πάμε να χαθούμε». Οι εχθροί γύρω, έτοιμοι να κατασπαράξουν. Ο εχθρός όμως είναι μέσα. Δεν είναι στα σύνορα. Είναι μέσα. Τον έχομε μέσα μας. Εμείς οι Νεοέλληνες χάσαμε την πίστη μας. Ξεφτίσαμε.

Χάσαμε την πίστη μας και στον Θεό και στην πατρίδα. Και στον Θεό και στην πατρίδα. Δεν πιστεύομε πια στην πατρίδα. Δεν πιστεύουμε πια. Ούτε πιστεύουμε εις τον Θεόν πια. Και πρέπει να Τον παρακαλέσουμε τον Θεό να μας ανοίξει τα μάτια, να μας ανοίξει τα μάτια, τουλάχιστον σε λίγους ανθρώπους, να φωνάξουμε, και να σταθούμε μία πέδη, ένα φρενάρισμα εις το φοβερό αυτό κατρακύλισμα. Ας γίνουμε, αγαπητοί μου, νέοι Συμεώνες.

ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ
και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή
μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,
Ψηφιοποίηση και επιμέλεια κειμένου:
Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΗ:
Μακαριστού αρχιμ. Αθαν. Μυτιληναίου, Ομιλίες εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, ομιλία 6η, από το 1΄έως το 52.31

 

΄΄.