Μὰ ὅλ᾽ αὐτὰ ἀποδεικνύουν αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ λέμε· ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶνε τόσο θλιμμένος, ὥστε ζητάει πῶς νὰ ξεσκάσῃ, πῶς νὰ ξεφύγῃ ἀπὸ τὸν κλοιὸ ποὺ δημιουργοῦν οἱ καθημερινὲς ἀνάγκες, οἱ μέριμνες, οἱ ἀγωνίες.
Στὰ κέντρα ὅμως αὐτά, ποὺ καταφεύγει, δὲν βρίσκει τὴ χαρά. Ἀπατᾶται ὁ κόσμος. Μετὰ ἀπὸ ἕνα φαγοπότι, ἕνα ἔξαλλο ξενύχτι, ἕνα τουριστικὸ ταξίδι, ἕνα τρελλὸ ξεφάντωμα, μένει τὸ ἴδιο κενό, μιὰ ἀπογοήτευσι. Τελικά, ὑπάρχει χαρά;
Ὑπάρχει· εἶνε μία ἀνάγκη τῆς ψυχῆς ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ μένῃ ἀνεκπλήρωτη. Ὑπάρχει χαρά, δὲν βρίσκεται ὅμως ἐκεῖ ποὺ τὴ ζητοῦν συνήθως οἱ πολλοί· βρίσκεται κάπου ἀλλοῦ. Ἡ χαρὰ πηγάζει ἐκεῖ ποὺ ὁ κόσμος δὲν ὑποψιάζεται· οἱ πηγές της εἶνε μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ἡ πίστι στὸ Χριστὸ εἶνε ζωὴ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως. Στὴ γέννησι τοῦ Κυρίου ἤχησε τὸ σάλπισμα τοῦ ἀγγέλου «Ἰδοὺ εὐαγγελίζομαι ὑμῖν χαρὰν μεγάλην, ἥτις ἔσται παντὶ τῷ λαῷ» (Λουκ. 2,10)· καὶ στὸ τέλος, μετὰ τὴν ἀνάστασί του, ὁ ἴδιος φώναξε στὶς μυροφόρες «Χαίρετε» (Ματθ. 28,9).
Προσέξατε καὶ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο; Μιλάει ἀκριβῶς γιὰ τὴ χαρά (βλ. ἔ.ἀ. 25,14-30)· καὶ αὐτὸ θέλω τώρα νὰ προσέξουμε. Δυὸ φορὲς ἔχει τὴ φράσι «Εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (ἔ.ἀ. 25,21,23,).
Σὲ ποιούς ἀπευθύνεται ὁ λόγος αὐτός; σὲ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους; Ὄχι βέβαια· ἐκεῖνοι δὲν τὸ ἔχουν ἀνάγκη, ἀφοῦ ἡ ζωή τους δὲν ἔχει θλῖψι, πόνο, δάκρυα, θάνατο· ζοῦν σ᾽ ἕνα κόσμο ἄυλο, κολυμποῦν στὴ χαρά.
Σὲ ποιούς λοιπὸν ἀπευθύνεται τὸ «Εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου»; Στοὺς ἀνθρώπους. Δὲν εἶνε ὅμως ὅλοι ἄξιοι τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς.
( Ἀπευθύνεται σκόμη σ᾽ ἐκείνους ποὺ εἶνε ἄξιοι γι᾽ αὐτήν την δοθείσα χαρά, πού αξιοποίησαν τα τάλαντα και τα χαρίσματα πού τούς έδωσε ο Θεός και δεν τα έκρυψαν είτε με τα έργα τους είτε με την σιωπή και μουγκαμάρα τους ενώπιον αδίκων και αντιχριστιανικών καταστάσεων όπως πολλοί χριστιανοί σήμερα κάνουν...)
* * *
Ὁ Θεός, ἀδελφοί μου, δὲν ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ ζῇ ταλαίπωρος, δυστυχισμένος ἐπὶ τῆς γῆς. Φαντάζεται κανείς, ὅτι ὁ καλός μας Κύριος ἤθελε νὰ βασανιζώμαστε; Μὰ τότε θὰ μᾶς ἔρριχνε σὲ κάποιο πλανήτη ποὺ νὰ μὴν ἔχῃ τίποτα ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔχει ἡ Γῆ· θὰ μᾶς ἔρριχνε σ᾽ ἕνα ξερονήσι, χωρὶς σταλαγματιὰ νερό, χωρὶς χλωρίδα καὶ δάση, χωρὶς ἀκτίνα ἥλιου.
Μᾶς ἔβαλε ἐδῶ, στὸ μικρὸ μὲν ἀλλὰ πάμφωτο τοῦτο πλανήτη, ποὺ ἀμφιβάλλω ἂν ὑπάρχῃ στὸ σύμπαν ἄλλος καταλληλότερος γιὰ νὰ ζῇ ὁ ἄνθρωπος εὐχάριστα. Γιὰ τὸν πιστὸ Χριστιανὸ μάλιστα ὁ Χριστὸς ἄνοιξε τρεῖς πηγὲς χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης.
⃝ Ἀλλὰ ὑπάρχει κι ἄλλη πηγὴ χαρᾶς, μεγαλύτερη. Ποιά; ὁ ἑαυτός μας, ἡ συνείδησί μας. Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστι» (Λουκ. 17, 21). Τί δηλαδή; Ἐὰν ὁ καθένας μας ἀκούσῃ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως ποὺ τοῦ λέει «Ἔκκλινον ἀπὸ κακοῦ καὶ ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15), τότε σὰν μὲ γεωτρύπανο ἀνοίγει νέο πίδακα χαρᾶς στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του.
Ναί. Ἔχεις χέρια; σφούγγισε τὰ δάκρυα τοῦ πονεμένου· ἔχεις πόδια; τρέξε κοντὰ στὸ δυστυχισμένο· ἔχεις χρήματα; δῶσε στὸ φτωχό· ὁ δίκαιος «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (ἔ.ἀ. 111,9=Β΄ Κορ. 9,9). Ὅ,τι χάρισμα ἔχεις, προσπάθησε νὰ τὸ προσφέρῃς, ὅπως λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Νά ἡ ἄλλη πηγὴ βαθειᾶς χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως. Μὴ ζητᾶτε τὴ χαρὰ σὲ ἁμαρτωλὰ κέντρα διασκεδάσεως· ἡ χαρὰ βρίσκεται πολὺ κοντά σας, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Παραδείγματα;
Ὁ τίμιος ἐργάτης γυρίζει στὸ σπιτάκι του ἀπ᾽ τὸ γιαπί, κάνει τὸ σταυρό του, τρώει δυὸ ἐλιὲς κ᾽ ἕνα κρεμμύδι, καὶ τὸ ψωμί του βρεγμένο στὸν ἱδρῶτα εἶνε πολὺ γλυκύτερο ἀπὸ τὰ πολυτελῆ γεύματα τῶν πλουσίων.
Ὁ πολύτεκνος οἰκογενειάρχης κάθεται στὸ τραπέζι καί, ἔχοντας δίπλα του τὴν τίμια σύζυγο καὶ γύρω τὰ παιδιά του, νιώθει τὸ φτωχικό του σὰν ἕνα μικρὸ παράδεισο.
Ἡ φτωχὴ χήρα, ποὺ ξενοδουλεύει γιὰ νὰ ζήσῃ τὰ ὀρφανά της, ὅταν τὰ ἀσπάζεται ἔχει μιὰ ἀγαλλίασι ποὺ δὲν τὴ δοκίμασε ποτέ ἡ μοντέρνα ἀριστοκράτισσα, ἡ ὁποία ἀντὶ γιὰ παιδιὰ κρατάει στὴν ἀγκαλιά της σκυλιὰ καὶ γατιά.
Ἡ εὐσυνείδητη νοσοκόμα, ποὺ μένει ἄγρυπνη δίπλα στὸν ἄρρωστο, δοκιμάζει ἱκανοποίησι ποὺ δὲν τὴν ξέρουν ὅσες κορδακίζονται στὰ νυχτερινὰ κέντρα τῆς ἁμαρτίας.
Καὶ ποιός θὰ περιγράψῃ τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ ἐπιστήμονος, ποὺ κλεισμένος στὸ ἐργαστήριο πλησιάζει ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα ν᾽ ἀνακαλύψῃ τὸ φάρμακο μιᾶς καταραμένης νόσου;
⃝ Πηγὴ χαρᾶς λοιπὸν ἡ φύσι, πηγὴ βαθύτερης χαρᾶς ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεως, καὶ τέλος πηγὴ αἰώνιας χαρᾶς εἶνε ἡ ἁγία μας πίστι. Ἐλᾶτε, ἀδέρφια μου, ν᾽ ἀνοίξουμε τὶς πηγὲς αὐτές. Ἡ πρώτη ἀνοίγει μὲ κλειδὶ σιδερένιο. Τὸ πήρατε, ἀνοίξατε; μπήκατε στὸ βασίλειο τῆς φύσεως. Ἡ δεύτερη μὲ κλειδὶ ἀσημένιο· ἀνοίξατε; μπήκατε στὸ ἄδυτο τῆς καρδιᾶς σας. Καὶ τώρα θὰ πάρουμε ἕνα κλειδὶ χρυσό, ν᾽ ἀνοίξουμε τὸ ναὸ τῆς πίστεως.
Τὸ κλειδὶ αὐτὸ μᾶς τὸ δίνει ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου· «ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ» (Ἐναρκτ. ἀκ. Πάσχα). Ἡ ἁγία μας πίστι εἶνε ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Λοιπὸν «εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου σου». Δηλαδή; Νά. Εἶσαι λυπημένος; ἄνοιξε τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ ἄκου τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16,33). Ἔχεις πένθος; Ὁ Κύριος σὲ παρηγορεῖ λέγοντας «Μὴ κλαῖε» (Λουκ. 7,13). Θρηνεῖς ἐπάνω στὸν τάφο τῆς μάνας ἢ τοῦ ἀδελφοῦ σου; Ἐκεῖνος σφουγγίζει τὰ δάκρυα καὶ σοῦ λέει «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ἰω. 11,25).
Εἶσαι ἁμαρτωλός, ὅπως εἶμαι κ᾽ ἐγώ; αἰσθάνεσαι πάνω σου πλάκα, τὸ βουνὸ τῆς ἁμαρτίας; σὲ κεντᾷ μέσα σου σκορπιός; Ἂν ἔχῃς ἁμαρτίες; πήγαινε βρὲς ἕναν καλὸ πνευματικό, ποὺ κλαίει γιὰ τὸ Χριστό, γονάτισε μπροστά του, καὶ τὸ πετραχήλι του θὰ γίνῃ Ἰορδάνης ὅπου θὰ πλυθῇς· κι ὅταν βγαίνῃς ἀπὸ τὴν ἐξομολόγησι θὰ αἰσθάνεσαι μιὰ χαρὰ ποὺ δὲν ἀνταλλάσσεται μὲ τοῦ κόσμου τὰ παλάτια. Λέει ἕνας ῾Ρῶσος λογοτέχνης· «Ὅταν πήγα κ᾽ ἐξωμολογήθηκα, παράδεισος φύτρωσε ἐντός μου». Νά λοιπόν, ὅτι ἡ χαρὰ ὑπάρχει ἐκεῖ ποὺ δείχνει ὁ Χριστός.
* * *
Στὶς πηγὲς αὐτές, ἀδελφοί μου, βρίσκεται ἡ χαρά. Κι ἂν ἐδῶ ἡ χαρὰ εἶνε μιὰ σταγόνα, ἡ πλήρης χαρὰ βρίσκεται στὸν οὐράνιο παράδεισο. Ἐκεῖ εἴθε νὰ εἰσέλθουμε, γιὰ ν᾽ ἀκούσουμε· «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! …εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου» (Ματθ. 25,21,23). Τῆς χαρᾶς αὐτῆς εἴθε ν᾽ ἀξιωθοῦμε διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ὅλων τῶν ἁγίων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος