Ἄγνωστο. Ὡς «κλέπτης ἐν νυκτί», λέει ὁ ἴδιος (Α΄ θεσ. 5,2· βλ. Ματθ. 24,43. Λουκ. 12,39), ξα­φνικὰ σὰν τὴν «ἀστραπή» ( πού θα λάμψει από το ένα άκρο της γής στο άλλο, σε όλα τα ημισφαίρια, πάνω και κάτω !) (βλ. Ματθ. 24,27. Λουκ. 17,24).

Ὑπάρχουν ὅμως μερικὰ σημάδια, ἀπ᾿ τὰ ὁ­ποῖα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε πότε θὰ γίνῃ ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
Ποιά εἶνε τὰ σημάδια αὐτά;

Εἴδατε, ἀγαπητοί μου, τὴν μυγδαλιά; Εἶνε γυμνή. Ὅταν ἡ ­μυ­γδαλιὰ βγάλῃ λουλούδια καὶ ἀσπρίσῃ καὶ φαίνεται σὰν νύφη στολισμένη, λές τότε : Ἔρχεται ἡ ἄνοιξι. Ἔτσι κι ὅταν δοῦμε μερικὰ σημάδια στὸν κόσμο, θὰ καταλάβουμε ὅτι ἔρχεται ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου. Τὰ σημάδια αὐτὰ μᾶς τὰ εἶπε τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ἐξήγησαν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Εἶνε σημεῖα στὸν ἥ­λιο, στὴ σελήνη καὶ στὰ ἄστρα. Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ἡ σελήνη θὰ χάσῃ τὸ φέγγος της, τὰ ἄστρα θὰ πέσουν (βλ. Ματθ. 24,29. Λουκ. 21,25).

Ἀλλὰ καὶ σημεῖα στὴ γῆ. Ἡ γῆ ποὺ πατοῦμε τί εἶνε; Διάφορα στοιχεῖα. Ὅπως ἡ γυναίκα παίρνει τὸ ἀ­λεύρι, τὸ ζυμώνει μὲ τὸ νερὸ καὶ τὸ κάνει ψωμί, ἔτσι κι ὁ Θεὸς πῆρε τρία πράγματα, χῶ­μα – φωτιὰ – νερό, τὰ ζύμωσε καὶ ἔκανε τὴ γῆ. Ἀλ­λὰ ἐκεῖνος ποὺ ἕνωσε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ τῆς γῆς, αὐτὸς θὰ πῇ νὰ διαλυθοῦν πάλι.

Παράδειγμα ἡ θάλασσα. Τὰ κύματά της προχωροῦν ἀφρισμένα, ἀλλὰ σταματοῦν στὴν ἀκρογιαλιά. «Ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐ­­δὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν» (Ψαλμ. 103,9). Τὴν ἀπέραντη θάλασσα ὥρισε ὁ Θεὸς νὰ τὴν σταματᾷ ἕνα λεπτὸ πραγματάκι, ἡ ἄμμος. Τῆς λέει Ἄλτ, δὲν θὰ προχωρήσῃς.

Τὴν ἡμέρα ὅ­μως ἐκείνη τὴν φοβερή, τὰ κύματα ἀφρισμένα θὰ ὑψωθοῦν, θὰ περάσουν τὴν ἀμμουδιά, θὰ προχωρήσουν, θὰ καλύψουν πολιτείες καί ἐκτάσεις, καὶ μετὰ πάλι θὰ τραβηχτοῦν μὲ θόρυβο, σὰν θεριὸ ποὺ μουγκρίζει. «Σάλος» θαλάσσης θὰ ἀ­κούγεται, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, καί ο κόσμος θα τα χάσει, δεν θα ξέρει τί να κάνει... ( Λουκ. 21,25).

Τὸ νερὸ τῶν ποταμῶν ἐπίσης θὰ λιγοστέψῃ καὶ θὰ ἀλ­λοιωθῇ. Τὰ δέντρα, λέει ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, θὰ στάζουν αἷμα. Ἀκόμα θὰ γίνῃ ἕνας «σει­σμός» (Ἀποκάλυψη. 16,18)· ὄχι ὅπως οἱ ἄλλοι σεισμοί, ποὺ εἶνε τοπικοί.

Αὐτὸς θὰ εἶνε παγκόσμιος, θὰ σεισθῇ ὁλόκληρος ὁ πλανήτης, καὶ μαζὶ μὲ τὰ παλάτια θὰ γκρεμιστοῦν καὶ τὰ καλύβια· δὲν θὰ μείνῃ «λίθος ἐπὶ λίθον», ὅπως λέει τὸ Εὐ­αγγέλιο (Ματθ. 24,2).

Καὶ μετὰ θὰ σαλπί­σῃ «σάλπιγγα μεγάλη» (ἔ.ἀ. 24,31), σάλπιγγα ἀρ­χαγ­γέλου ποὺ θὰ λέῃ· «Νεκροί, ἀναστηθῆτε!» ( Όπως ο λόγος του Χριστού στην Ανάσταση του Λαζάρου: Λάζαρε δεύρο έξω !») Κι ἀπὸ τοὺς τά­φους καὶ κάθε μέρος μὲ τὸ θεῖο ἐκεῖνο πρόσ­­τα­γμα «οἱ νεκροὶ ἀναστήσονται» (Ἠσ. 26,19. Ἰω. 5,21).

Αὐτὰ εἶνε μερικὰ ἀπὸ τὰ σημάδια ποὺ θὰ προηγηθοῦν τῆς Δευτέρας Παρουσίας.

Καὶ γιατί θὰ ἔρθῃ πάλι ὁ Χριστός; θὰ ρωτήσετε· ποιός ὁ λόγος; Διπλὸς εἶνε ὁ λόγος. Θὰ ἔρθῃ πρῶτον γιὰ νὰ φανερωθῇ ὅλη ἡ Θεότης Του. Θυμᾶστε τὴ Μεγάλη Παρασκευή; Ἐπάνω στὸ σταυρὸ φαινόταν ὡς ὁ πιὸ ἀδύνατος ἄν­θρωπος. Ἀπὸ κάτω οἱ Ἑβραῖοι σὰν σκυλιὰ λυσ­σασμένα τὸν ὕβριζαν καὶ τὸν ἔφτυναν. Καὶ μπο­ροῦσε, σαν Θεάνθρωπος πού είναι ἐὰν κουνοῦσε τὸ δαχτυλάκι του μόνο, νὰ κάνῃ κάρβουνο όλη τὴ γῆ. Και δὲν τὸ ἔ­­­­κανε !

Τὴν ἡμέρα ἐκείνη ὅμως θὰ παρουσι­αστῇ μὲ ὅλη τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς Θεότητός Του· καὶ τότε αὐτοὶ ποὺ τὸν βλαστήμησαν καὶ τὸν πότισαν ξύδι καὶ χολή, «ὄψονται εἰς ὃν ἐξ­εκέντησαν» (Ἰω. 19,37).

Δεύτερον θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη. Ἐδῶ στὴ γῆ τώρα δὲν ὑπάρχει δικαιοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι στενάζουν ἀπὸ τὴν ἀδικία. Λίμνη εἶνε τὰ δάκρυα τῶν ἀδυνάτων καὶ καταφρονεμένων γιὰ τὴν καταπίεσι καὶ ἐκμετάλλευσι ποὺ δέχον­ται. Βλέπεις π.χ. ἕναν ὑπάλληλο ποὺ τηρεῖ τὸν ὅρκο του νὰ ζῇ φτωχά, γιατὶ εἶνε τίμιος· καὶ βλέπεις τὸν ἄλλο, ποὺ ἐκμεταλλεύεται τὴ θέσι του, νὰ πλουτίζῃ καὶ νὰ θησαυρίζῃ ( από τις μίζες και τα γρηγορόσημα, και όχι μόνο…). Ποῦ εἶ­νε ἡ δικαιοσύνη;

Βλέπεις τὸν πάμπτωχο ἐρ­γάτη νὰ μένῃ σὲ μιὰ παράγκα, καὶ τὸν ἄδικο καὶ ἄσπλαγχνο νὰ ζῇ μέσα στὴν πολυτέλεια καὶ εὐμάρεια. Βλέπεις τὴν τίμια γυναῖκα νὰ ζῇ ἐγκαταλελειμμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της καὶ νὰ τρέχῃ γιὰ νὰ ζήσῃ τὰ παιδιά της, καὶ τὴν ἄτιμη ἀντροχωρίστρα νὰ ζῇ σὰν βασίλισσα.
Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ ἄδικα θὰ τὰ τακτοποι­ήσῃ ἡ Δευτέρα Παρουσία.

Θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος γιὰ ν᾿ ἀποδώσῃ δικαιοσύνη στὸν καθένα, νὰ ἀ­­­­μείψῃ τοὺς δικαίους καὶ νὰ τιμωρήσῃ τοὺς ἀσεβεῖς. Ναί, θὰ κρίνῃ τὸν κόσμο. Πῶς θὰ τὸν κρίνῃ; Θὰ «στήσει ζυγαριά» ( κατά μία λαϊκή ανθρωποπαθή έννοια), ποὺ θὰ τὰ ζυγίσῃ ὅ­λα. Πρῶτα – πρῶτα θὰ ζυγίσῃ τὰ ἔργα μας, ὅ­λα ὅσα κάναμε. Καὶ τὰ φανερὰ καὶ τὰ κρυφὰ ποὺ δὲν τὰ εἶδε μάτι ἀνθρώπου. Θὰ ζυγίσῃ ἀ­κόμη τὰ λόγια μας. Ποιά λόγια;

Τὶς φλυαρίες, κουτσομπολιά, κατακρίσεις, συκοφαντίες, αἰ­σχρολογίες, βλασφημίες, ψέματα, ψευδορκί­ες… Αὐτὰ ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα μας σὰν φαρμάκι ὀχιᾶς. Αὐτὰ ποὺ λέμε ἀπ᾿ τὸ πρωὶ ὣς τὸ βράδυ χωρὶς ἔλεγχο, ὅλα θὰ παρουσιαστοῦν γραμμένα ὅπως στὸ μαγνητόφωνο. Τὸ εἶπε καθαρὰ ὁ Χριστός, ὅτι θὰ δώσουμε λόγο γιὰ κάθε «ἀργὸ» λόγο (Ματθ. 12,36).

Γιατί δὲν σοῦ ᾿δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα γιὰ νὰ γίνῃ πριόνι τοῦ διαβόλου· σοῦ τὴν ἔδωσε γιὰ νὰ λὲς τὸ «Κύριε, ἐ­λέησον» καὶ νὰ σκορπᾷς μύρο μὲ τὰ ὡραῖα σου λόγια. Αὐτὴ τὴ γλῶσσα θὰ τὴ ζυγίσῃ καὶ θὰ τὴν κρεμάσῃ ὁ Χριστός.

Κι᾿ ἔπειτα μοῦ ᾿ρχονται στὴν ἐξομολόγησι· Παπούλη, δὲν ἔκανα τίποτε, δὲν σκότωσα…. Σκότωσες μὲ τὴ γλῶσσα σου, διέλυσες σπίτια, χώρισες ἀν­τρόγυνα, ἄναψες φωτιές, κατέστρεψες κόσμο. Ἀλλοίμονο, δὲν αἰσθανόμαστε τὴν ἁμαρτωλότητά μας.

Θὰ ζυγίσῃ ὅμως τότε ἀκόμη καὶ τὶς σκέψεις μας. Ναί. «Ὤ ποία ὥρα τότε!…», ὅπως ἔψαλαν σήμερα οἱ ψάλτες (Αἶνοι Κυριακής Ἀπόκρεω.), ποὺ ἔπρεπε νὰ τ᾿ ἀκοῦμε καὶ νὰ κλαῖμε. Θὰ ζυγιστοῦν καὶ οἱ σκέψεις μας, ὅλα τὰ πονηρὰ ποὺ διαλογιζόμαστε μέρα καὶ νύχτα.

Αὐτὸ εἶνε τὸ κριτήριο ποὺ θὰ κάνῃ ὁ Χριστὸς τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἔχει μιὰ ὁμιλία στὴ Δευτέρα παρουσία. «Εἶμαι, λέει, ἁμαρτωλός, καὶ θά ᾽θελα κ᾿ ἐγὼ νὰ μὴν ὑπάρχῃ κόλα­­σι, γιατὶ τὴ φοβᾶμαι· ἀλλ᾿ ὅμως ὑπάρχει ἡ κόλασις! Γιὰ ὅλα μπορεῖ νὰ ἀμφιβάλλῃς· γιὰ ἕνα δὲν πρέπει νὰ ἀμφιβάλλῃς, ὅτι ὑπάρχει Κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις, ὑ­πάρχει μέλλουσα ζωή, κόλασι καὶ παράδεισος. Ὑπάρχει ἕνα μάτι ποὺ τὰ βλέπει ὅλα, ὑ­πάρχει ἕνα αὐτὶ ποὺ τ᾿ ἀκούει ὅλα, ὑπάρχει ἕνα χέρι ποὺ τὰ γράφει ὅλα…

* * *

Ἀδελφοί μου· νὰ ἔχουμε λοιπόν προσοχὴ στὸν βίο μας. Μιά φορὰ περνᾶμε ἀπὸ τὴ φλούδα αὐτὴ τῆς γῆς. Ἂς ἀποφεύγουμε τὸ κακὸ καὶ ἂς κάνουμε τὸ καλό· αὐτὸ θὰ μείνῃ. «Μακάριοι οἱ νεκροὶ οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνῄσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι», ὅτι «τὰ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν» (Ἀπ. 14,13). Ἂς προσέξουμε, γιατὶ δὲν ξέρουμε πότε ἔρχεται ὁ Κύριος. Εἴμαστε τώρα πιὸ κοντά.

Διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα σημάδια, ποὺ εἴπαμε, ὑπάρχει καὶ ἕνα ( ΜΕΓΑΛΟ ΣΗΜΕΙΟ ) ποὺ ἔγινε στὶς μέρες μας καὶ δὲν τὸ προσέξαμε. Κάπου μιὰ προφητεία λέει ὅτι, ὅταν πλησιάζει ἡ Δευτέρα Παρουσία, οἱ Ἑβραῖοι θὰ φτιάξουν κράτος. Ἔ, τὸ ἔφτιαξαν στὶς ἡμέρες μας, τὸ 1948. Μήπως, λοιπόν, ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα γίνῃ ἡ Δευτέρα Παρουσία;

Μακάρι ὅταν ἔρθῃ νὰ μᾶς βρῇ μέσ᾿ στὴν ἐκ­κλησία, τὴν ὥρα ποὺ γίνεται ἡ θεία λειτουρ­γία, τὴν ὥρα ποὺ κοινωνοῦμε τὰ ἄχραντα μυστήρια, τὴν ὥρα ποὺ ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Μακάρι νὰ μᾶς βρῇ στὸ σπίτι μέσα ἀγαπημένους ὅλους, συζύγους καὶ παιδιά. Μακάρι νὰ σὲ βρῇ τὴν ὥρα ποὺ κάνεις ἐλεημοσύνη. Μὴ μᾶς βρῇ ποτέ πάνω στὴν ἀτιμία καὶ τὴν διαφθορά.

Εἴθε ὁ Θεὸς νὰ δώσῃ μετάνοια σὲ ὅλους μας, μικροὺς καὶ μεγάλους, κι ὅταν φτάσῃ ἡ τελευταία μας ὥρα νὰ σφραγίσουμε τὴ ζωή μας μὲ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος