Τα νεανικά χρόνια τού Χριστού ως καί τα Άγια Θεοφάνεια…
Η φαντασία όμως αὐτὴ δὲν στηρίζεται πουθενά ! Ἀντιθέτως, τὸ Εὐαγγέλιο ἔχει πληροφορίες, ποὺ καλύπτουν καί τὸ διάστημα αὐτό. Δὲν ὑπάρχει κενό.
Θὰ μοῦ ἐπιτραπῇ ν᾽ ἀναφέρω ἕνα παράδειγμα.
Ἐγὼ κατάγομαι ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς νήσου Πάρου τῶν Κυκλάδων. Ἂν πᾶτε στὸ χωριό μου καὶ ρωτήσετε, ξέρουν ὅλοι, ὅτι ἐκεῖ ἤμουν μικρὸ παιδὶ καὶ πῆγα στὸ δημοτικὸ σχολεῖο· μετὰ ἔφυγα, πῆγα στὴν Ἀθήνα, σπούδασα θεολογία, ἔγινα ἱεροκήρυκας καὶ κήρυξα σὲ διάφορες πόλεις. Αὐτὸ συμβαίνει σὲ κάθε χωριό.
Ἔτσι καὶ στὸ χωριὸ τοῦ Χριστοῦ, τὴ Ναζαρέτ, ὁ Ἰησοῦς ἦταν γνωστός. Ἂν ἔφευγε καὶ ἔλειπε χρόνια στὸ ἐξωτερικό, οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ τὸ ἤξεραν θὰ ἦταν οἱ χωριανοί του. Τί λένε λοιπὸν αὐτοὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς μεγάλος, σὲ ἡλικία 30 ἐτῶν, διδάσκει στὴ συναγωγή τους;
Μένουν κατάπληκτοι καὶ διερωτῶνται· Αὐτὸς δὲν εἶνε «ὁ τέκτων» (ὁ μαραγκός); αὐτὸς δὲν εἶνε «ὁ υἱὸς τοῦ τέκτονος» (ὁ γυιὸς τοῦ μαραγκοῦ) καὶ τῆς Μαριάμ; (Μᾶρκ. 6,2-3· Ματθ. 13,54-55); Ποῦ βρέθηκε σ᾽ αὐτὸν τέτοια σοφία καὶ δύναμι;
Καὶ μόνο οἱ χωριανοί του; Οἱ Ἰουδαῖοι ἐν γένει, φίλοι καὶ ἐχθροί, ὅλοι τὸν ἤξεραν καὶ τὸν ἔλεγαν «Ναζωραῖον» (Λουκ. 18,37. Ἰω. 18,5,7· 19,19).
Καὶ στὰ Ἰεροσόλυμα, ὅταν τὸν ἀκοῦνε νὰ διδάσκῃ στὸ ναό, ἀποροῦν· «Πῶς οὗτος γράμματα οἶδε μὴ μεμαθηκώς;» (Ἰω. 7,15), ἀπὸ ποῦ ἔμαθε αὐτὸς τὰ γράμματα, ἀφοῦ δὲν πῆγε ούτε σὲ σχολεῖο; – τὸ λένε μὲ βεβαιότητα. Αὐτὸ τὸ χωρίο, Ἰωάννου κεφ. 7,15, εἶνε καταπέλτης κατὰ τῆς θεωρίας αὐτῆς.
Στὸ ἐρώτημα, τί ἔκανε σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα ὁ Χριστός, ἀπὸ 12 μέχρι 30 ἐτῶν;
Τὸ Εὐαγγέλιο μὲ λιτὲς καὶ λακωνικὲς ἐκφράσεις του ἀπαντᾷ, ὅπως εἴδαμε. Ὁ Ναζωραῖος ἦταν φτωχὸς ὅσο κανένας ἄλλος· δικό του δὲν εἶχε οὔτε ἕνα φλιντζάνι χῶμα, μιὰ δραχμὴ στὴν τσέπη του δὲν εὕρισκες.
Φτωχὸ τὸ σπίτι του, φτωχὴ ἡ ἁγία Μητέρα του, φτωχὸς ὁ νομιζόμενος πατέρας του. Ἐργαζόταν λοιπὸν στὸ ξυλουργεῖο τοῦ Ἰωσήφ. Κρατοῦσε στὰ χέρια του σφυριά, πριόνια, πλάνες.
Ἔφτιαχνε τραπέζια, καθίσματα, παράθυρα, πόρτες. Πήγαινε σὲ σπίτια καὶ οἰκοδομές. Ἔτσι ἔβγαζε τὸ ψωμί του καὶ τὸ ψωμὶ τῆς Παναγίας μητέρας του.
Ὤ, τῆς ταπεινώσεως τοῦ Θεοῦ, τῆς ταπεινώσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ τὴν ὁποία ἁγίασε τὰ πάντα! Γεννήθηκε σὲ μιὰ σπηλιά, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴ γῆ. Κατοίκησε σὲ φτωχὸ σπιτάκι γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὶς καλύβες τῶν φτωχῶν. Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχὴ μητέρα, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὴν ἔντιμη φτώχεια.
Γεννήθηκε σὰν βρέφος, γιὰ ν᾽ ἁγιάσῃ τὰ βρέφη. Γεννήθηκε ἀνάμεσα σὲ ζῷα, γιὰ νὰ μᾶς δείξῃ, ὅτι τὰ ζῷα εἶνε πολύτιμοι ὑπηρέτες μας ἄξιοι προστασίας. Ἔζησε κάτω ἀπὸ δύσκολες συνθῆκες, γιὰ νὰ μᾶς διδάξῃ τὴν σκληραγωγία. Διώχθηκε κ᾽ εἶνε ὁ πρῶτος πρόσφυγας καὶ φίλος τῶν προσφύγων. Ἐργάστηκε καὶ ἁγίασε τὴν ἐργασία.
Μὲ τὸ παράδειγμά του δίδαξε ἐκεῖνο ποὺ θὰ γράψῃ κατόπιν ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι, μηδὲ ἐσθιέτω», ἂν κάποιος δὲν θέλῃ νὰ ἐργάζεται, αὐτὸς καὶ νὰ μὴν τρώῃ (Β΄ Θεσ. 3,10).
(σς. μιά φράση πού την κλέψανε από το Ευαγγέλιο οι κομμουνιστές του Στάλιν και την κρέμασαν σε περίοπτο σημείο της κόκκινης Πλατείας στο Κρεμλίνο ! )
Ἔζησε ἀφανής. Ποιός τὸν ἤξερε, ποιός τὸν ὑπολόγιζε;
Στὴν ἐποχή του, μέχρις ὅτου βγῇ στὸν δημόσιο βίο, μιλοῦσαν γιὰ τὸν Ἡρῴδη, ποὺ ντυνόταν μὲ βασιλικὴ πορφύρα καὶ ἐκινεῖτο μὲ πολυτελεῖς ἅμαξες. Μιλοῦσαν γιὰ τὸν Πόντιο Πιλᾶτο, ποὺ φοροῦσε σιδερένια πανοπλία καὶ σὰν ἐκπρόσωπος τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας προκαλοῦσε φόβο καὶ τρόμο. Μιλοῦσαν γιὰ τοὺς ἀρχιερεῖς, γραμματεῖς καὶ φαρισαίους. Κανείς δὲν μιλοῦσε γιὰ τὸν ἐργάτη τῆς Ναζαρέτ.
Καὶ ὅμως ἐκεῖνοι λησμονήθηκαν, αὐτὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα.
Γιατὶ αὐτὸς δὲν ἔχει ἁπλῶς τὴν ἀνθρώπινη φύσι, ἔχει καὶ τὴν Θεία φύσι· στὸ πρόσωπό του κατὰ ἄρρητο τρόπο ἑνώθηκαν οἱ δύο φύσεις. Ὅπως ἡ φωτιὰ ἑνώνεται μὲ τὸν σίδηρο, καὶ ὁ σίδηρος δὲν εἶνε πλέον σίδηρος ἀλλὰ μιὰ πυρίνη μᾶζα, κατὰ παρόμοιο τρόπο, ὅπως διδάσκουν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ἑνώθηκε μὲ τὸ πῦρ τῆς θεότητος, καὶ ἔτσι ὡς θεανδρικὸ πρόσωπο εἰσέβαλε στὴν σκηνὴ τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ δώσῃ τὴν λύσι στὸ δρᾶμα τῆς ἀνθρωπότητος. Ὤ τῆς ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ! Ποιός φανταζόταν, ὅτι ὁ ἐργάτης ἐκεῖνος της Ναζαρέτ εἶναι ὁ Θεός; Ὤ μυστήριο ἀνέκφραστο!
Στὸ τριακοστὸ ὅμως ἔτος φανερώθηκε πιά ! Ἦλθε στὸν Ἰορδάνη. Ἦλθε νὰ βαπτισθῇ. Γιατί νὰ βαπτισθῇ; Ὄχι γιατὶ ἦταν ἁμαρτωλός. Ἐκεῖνος εἶνε καθαρότερος καὶ τῶν ἀκτίνων τοῦ ἡλίου. Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ γίνῃ «Τριάδος ἡ φανέρωσις» ἡ ἀποκάλυψις δηλαδή τοῦ μεγάλου μυστηρίου τοῦ Θεοῦ.
Γι᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς ἡ σημερινὴ ἑορτὴ λέγεται Θεοφάνεια.
Ἐμφανίσθηκε ὁ Θεὸς με τις τρείς υποστάσεις Του ! Ο Πατὴρ βεβαιῶν ἐξ οὐρανοῦ διὰ τῆς φωνῆς, ὁ Υἱὸς βαπτιζόμενος καὶ δεχόμενος τὴν μαρτυρία τοῦ Πατρός, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Άγιο κατερχόμενον ἐπ᾽ αὐτὸν «ἐν εἴδει (=μὲ τὴ μορφή) περιστερᾶς». Δὲν εἶναι βέβαια περιστέρι τὸ Πνεῦμα τὸ Άγιο, εἶναι ἄυλο· τὸ περιστέρι εἶνε σύμβολο ἁπλῶς τῆς καθαρότητος καὶ ἁγνότητος τοῦ Αγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ἑορτάζουμε.
Ὁ Χριστὸς λοιπὸν βαπτίσθηκε γιὰ νὰ γίνῃ ἡ φανέρωσις τοῦ μεγάλου μυστηρίου τῆς Θεότητος. Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ δοθῇ σ᾽ αὐτὸν ἡ ἄνωθεν πιστοποίησις τῆς ἀποστολῆς του στὸν κόσμο.
Βαπτίσθηκε, γιὰ νὰ μᾶς διδάξῃ ἐμπράκτως ὅτι χωρὶς τὸ βάπτισμα δὲν σῴζεται ὁ ἄνθρωπος. Βαπτίσθηκε ἀκόμα, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ γιὰ νὰ ἁγιάσῃ τὰ ὕδατα, ποὺ μολύνονται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο μὲ ἐγκλήματα.
Κακοῦργοι στὴν Πρέσπα, ὅπως βεβαιώνουν μάρτυρες, ἔπνιξαν Ἕλληνες, ἄλλα θύματα έπνιξε ὁ Ἀλῆ πασᾶς στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων, ἄλλους Ἕλληνες Χριστιανοὺς σουλτᾶνοι πνίξανε στὸ Βόσπορο καὶ τὰ Δαρνανέλλια! Γι᾽ αὐτὸ τελεῖται ὁ Μέγας Αγιασμὸς σήμερα.
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός! τὸ φωνάζουν τὰ ἄστρα καὶ οἱ γαλαξίες, οἱ λίμνες καὶ οἱ ποταμοί, οἱ μάγοι καὶ οἱ ποιμένες, οἱ οὐράνιοι ἄγγελοι καὶ ὁ ἐπίγειος ἄγγελος ὁ Ἰωάννης ὁ βαπτιστής, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑκατομμύρια ὅλων τῶν ἁγίων. Ἂς τὸ ὁμολογοῦμε κ᾽ ἐμεῖς.
Γιατὶ ἂν ἐμεῖς σιωπήσουμε, τότε καὶ «οἱ λίθοι κεκράξονται», ὅτι «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν». Δόξα τῷ Θεῷ, δόξα τῇ ἁγίᾳ Τριάδι, δόξα τῷ ἐν Ἰορδάνῃ βαπτισθέντι Χριστῷ εἰς αἰῶνας αἰώνων! Αμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος