Από την Νίκαια πήγαινε στον Γέροντα Ιερώνυμο, στο μετόχι της Αναλήψεως στον Βύρωνα με τά πόδια για τις αγρυπνίες, παρ' όλο πού εργαζόταν και ήταν όρθια όλη την ήμερα.Έγινε μεγαλόσχημη μοναχή στην Μονή Αγίου Δημητρίου στο Ζάλογγο και ονομάστηκε «Χριστοδούλη ».Γνώριζε εκεί τον Μητροπολίτη. Έπρεπε να συνεχίσει να εργάζεται.

Φορούσε μαύρο μαντήλι δετό και από μέσα είχε κεντημένο το «Ιησούς Χριστός Νικά». Ήταν λιγομίλητη. Ούτε συζητήσεις, ούτε κουβέντες.

Η Ηγούμενη Χριστοδούλη Λούβαρη      άρχιζε ή επενέβαινε σε αυτές. Σε κανένα δεν έδινε δικαίωμα για κάποια παρατήρηση ή υπόδειξη. Από τά χρήματα πού έπαιρνε συντηρούσε την οικογένειά της. Στις διακοπές της έφερνε και τούς γονείς της στο Μοναστήρι. Όταν πήγαινε στην εργασία της με τά πόδια, σε μεγάλη απόσταση, έλεγε στον δρόμο τό Μεσονυκτικό και όσες προσευχές γνώριζε, ενώ τά δάκρυα έτρεχαν γιατί ήταν μακριά από τό μοναστήρι και έχανε τις ακολουθίες...

Πήρε μειωμένη σύνταξη και πήγε κοντά στην Γερόντισσα Γλυκερία. Ήταν αυστηρή και στον εαυτό της και στους άλλους. Στις νηστείες απόλυτη. Στην προσευχή ανύσταχτη. Διάβαζε την Κλίμακα του Οσιου Ιωάννου. Δεν άλλαζε βιβλία. ’Άς εφαρμόσω αυτά έλεγε, όταν της πρότειναν να μελετήσει και άλλα πατερικά βιβλία. Τελείωνε την Κλίμακα και την ξεκινούσε πάλι από την αρχή...

Παρ’ όλο πού ήταν αυστηρή και δεν μπορούσε κανείς να την πλησιάσει εύκολα, ήταν εξαιρετικά ευαίσθητη. Αγαπούσε, συμπονούσε. Όταν καμία από τις μοναχές αρρώσταινε, έκλαιγε. Όταν ήταν 34 ετών, πόνεσε δυνατά στο αριστερό της χέρι. Πέρασε ένα διάστημα με παυσίπονα. Της είπαν ότι ήταν αρθριτικά. Όμως ο αριστερός μαστός της πρήσθηκε πολύ και παραμορφώθηκε. Δεν έδωσε σημασία, ούτε είπε σε κανένα τίποτα. Ήταν καρκίνος και για 44 χρόνια έμεινε εκεί. Τον φρουρούσαν οι προσευχές της. Όταν έφθασε στα 78 της χρόνια, έπεσε από δύο σκαλοπάτια στην αυλή. 

Κτύπησε στο πρόσωπο και στο στήθος τό παραμορφωμένο. Τότε κακοφόρμησε. Άρχισε να τρέχει αίμα. Δεν έλεγε τίποτα. Είχε κοιμηθεί η Γερόντισσα Γλυκερία και ήταν Ηγουμένη από το 1986 έως το 1993. Φαινόταν στενοχωρημένη. «Γερόντισσα τί έχετε;» Την ρωτούσαν. «Μήπως σάς λυπήσαμε, μήπως κάτι κάναμε που σάς στενοχώρησε;».

Απαντούσε αρνητικά. Μετά από πολλές πιέσεις είπε ότι στο στήθος της κτύπησε και δεν σταματούσε να τρέχει αίμα. Φάνηκε αμέσως ότι ήταν καρκίνος. Βρέθηκε γυναίκα ιατρός-μαστολόγος, στο νοσοκομείο «Άγιος Σάββας». Η γιατρός ξαφνιάστηκε. Όταν έμαθε πόσα χρόνια σήκωνε επάνω της έναν όγκο σαν μικρό πορτοκάλι, φώναξε και τούς άλλους γιατρούς να διαπιστώσουν τό εξαιρετικό αυτό φαινόμενο. Η γιατρός για να την φοβίσει της είπε αυστηρά: «Πρέπει επειγόντως να χειρουργηθείς. Θα σαπίσεις, θα βρωμίσεις. Να πεθάνεις τουλάχιστον με αξιοπρέπεια». Της μίλησε πολύ σκληρά η γιατρός.

Δέχθηκε να χειρουργηθεί. Πήγαν στην Γραμματεία να κλείσουνε σειρά. «Όχι εδώ», είπε η γερόντισσα Χριστοδούλη στις αδελφές. «Είναι μακριά να έρχεστε, καλύτερα στο Αντικαρκινικό, στον Πειραιά».Ήταν 3 Νοεμβρίου του 1992. Επέστρεψαν λυπημένες στην Αίγινα. Ρώτησαν και άλλους γιατρούς και τούς είπαν ότι, αφού ήταν προχωρημένο, αν τό πείραζαν, θα ήταν χειρότερα. Της έδωσαν μία ελαφριά αντιβίωση, έτσι για να συντηρηθεί.Η πληγή έκλεισε, χωρίς να σαπίσει, χωρίς να βρωμίσει.

Παραμονή του Αγίου Νεκταρίου 8-11-93 πήγε στην Μονή μία κυρία πού έμενε κάποια τετράγωνα πιο κάτω από τό μοναστήρι. Είπε ότι την ώρα πού έκανε τό απόδειπνο έβλεπε πάνω από τό Μοναστήρι τρεις μεγάλους φωτεινούς σταυρούς. Περιέγραψε μάλιστα ότι τούς έβλεπε και νόμισε πώς είχαν φωταγωγήσει για την πανήγυρη τού Αγίου Νεκταρίου. «Για μένα είναι οι σταυροί» είπε η Γερόντισσα Χριστοδούλη. Και οι αδελφές σκέπτονταν ποιά δοκιμασία επρόκειτο να περάσουν μέ νοσοκομεία και θεραπείες...

Πριν μερικές εβδομάδες μια μοναχή την είχε ρωτήσει «Φοβόσαστε τον θάνατο;» «Δεν φοβάμαι να πεθάνω, να πάω στον Χριστό, αλλά πώς να πεθάνει κανείς;». Σάν άνθρωπος δείλιαζε να μην είναι μόνη της και όλα τα άλλα. Την ρώτησε πάλι. «Δεν πρέπει να ετοιμαστείτε;» «Τώρα θα ετοιμαστώ;» Της απάντησε. Σαν να της έλεγε, «τόσα χρόνια τί έκανα;». Πάντοτε έλεγε, ότι πρέπει ο μοναχός να προσέχει τις λεπτομέρειες. «Τό ύφασμα που δεν έχει ούγια, σύντομα ξεφτίζει» διατύπωνε χαρακτηριστικά.

Στις 26 Ιανουάριου του 1993 τό μεσημέρι, κτύπησε τό κουδούνι για τό μεσημεριανό φαγητό. Η Γερόντισσα Χριστοδούλη εργαζόταν σε ένα τραπεζάκι στο κελί της. Τό πρωί όπως πάντα ήταν πρώτη στην ακολουθία. 

Τίποτα δεν φανέρωνε πώς είχε φτάσει στο τέλος της ζωής της. Δεν είχαν κάνει προσευχή για τό φαγητό και είπε «Ωχ, η πλάτη μου» και αμέσως μετά λίγα λεπτά πέθανε. Έσκυψε επάνω στο τραπέζι. Μία μοναχή της έπιασε τον σφυγμό και κατάλαβε πώς τελείωσε. Δεν μπορούσαν να πιστεύσουν ότι έτσι αμέσως τόσο γρήγορα βρέθηκε στην αιωνιότητα. Μια άλλη μοναχή έλεγε «Θα κουράστηκε, από τό πρωί συνέχεια εργάζεται. Θα συνέλθει». Ο γιατρός που έφθασε σε λίγο διαπίστωσε τον θάνατο...

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/07/8-11-93.html

===================================

Η ΜΟΝΑΧΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΑΤΖΗΣΤΕΦΑΝΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑΣ ΑΙΓΙΝΗΣ. . Εἶχε γυρίσει τό κεφάλι πρός τό παράθυρο καί ἔβλεπε μακριά καί ἔλεγε «Ἅγιε Διονύσιε, Ἅγιε Ἱερόθεε, Ἅγιε... Ἅγιε...» καί ξαφνικά φώναξε δυνατά: «Ἅγιε Νεκτάριε πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν». ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ.

Η Μοναχή  Βασιλική Χατζηστεφάνου

 Η καταγωγή της ήταν από την Μικρά Ασία. Δεν είχε κανένα στον κόσμο εκτός από την ηλικιωμένη μητέρα της. Συνδέθηκε πολύ νωρίς μέ την νεαρή Φωτεινή, την μετέπειτα Γερόντισσα Γλυκερία. Όταν μερικά χρόνια νεώτερη από εκείνη στην ηλικία. Ζούσαν μαζί στο δικό της προσφυγικό σπίτι στην Νίκαια.

Εργαζόταν νεωκόρος στούς Αγίους Αναργύρους και ζούσαν μέ τα χρήματα του μισθού της.

Όσοι εκκλησιάζονταν στους Αγίους Αναργύρους θαύμαζαν την μοναχή πού διακονούσε και προσευχόταν. Ήταν άνθρωπος, της θυσίας και της αγάπης. Πόσες ψυχές δεν ανακουφίστηκαν από τά στοργικά της λόγια, από την ελεημοσύνη της, από την συμπαράστασή της! Δυο φορές πρήσθηκε στην κατοχή γιατί προσέφερε το λιγοστό συσσίτιό της στούς άλλους...

Είχε τό χάρισμα των δακρύων, όμως όταν μιλούσε ήταν γελαστή, ευχάριστη.

 Στην Γερόντισσα Γλυκερία έκανε υπακοή μέχρι το τέλος της ζωής της.

Έφυγε από τούς Αγίους Αναργύρους, όταν έγινε το Μοναστήρι. Πόνεσε πού αποχωριζόταν την Εκκλησία και τους γνωστούς της. Πολύ περισσότερο δάκρυσαν εκείνοι πού την έχασαν από κοντά τους.

Τον εαυτό της τον έβαζε πάντα στην άκρη. Γινόταν θυσία από τα μικρά, έως τα μεγάλα. Ακόμη και το όνομα τό μοναχικό πού πήρε δεν της άρεσε. Το πρότεινε για να ευχαριστήσει τον Γέροντα Ιερώνυμο πού της έκανε την κουρά διότι έτσι έλεγαν την μητέρα του.

Κόπιαζε η ίδια για να ξεκουράσει τούς άλλους. Ποτέ δεν έμεινε χωρίς εργασία. «Ο μοναχός δεν πρέπει, να μένει αργός» έλεγε συχνά.

Είχε φθάσει τα 65 χρόνια της όταν ένοιωσε ενοχλήσεις στην κοιλιά. Ήταν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Περίμενε να περάσουν οι άγιες ημέρες για να πάει στον γιατρό. Οι ιατρικές διαγνώσεις δεν έδειχναν κάτι ανησυχητικό. Δεν μπορούσε να φάει. Σιγά σιγά σταμάτησε το φαγητό. Αρχές Ιουλίου την έπιασε δυνατός πόνος. Σύστησαν στην Μονή κάποιον καθηγητή θρησκευόμενο, ειδικό για την περίπτωσή της. Νοσηλεύθηκε στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο.

Ταλαιπωρήθηκε μέ τις εξετάσεις χωρίς να βρεθεί τί έχει. Αποφασίστηκε να την χειρουργήσουν. Θα ήταν μία ερευνητική επέμβαση. Στενοχωρήθηκε, προσευχήθηκε και οι Άγιοι Ανάργυροι πού τόσα χρόνια υπηρετούσε βοήθησαν να αποφύγει αυτή την δοκιμασία. Είχε διάσπαρτο καρκίνο. Το σωληνάκι πού της είχαν στο στομάχι έδειχνε την δύσκολη κατάσταση πού βρισκόταν.

Της έδωσαν εξιτήριο. Ήταν στο τέλος της. Είχε προθεσμία ζωής μερικές μέρες. 'Όπως επιθυμούσε θα πέθαινε στο Μοναστήρι.

Μέσα σε σαράντα μέρες πού αρρώστησε, μια φορά πόνεσε και έφυγε για τον ουρανό.

 Άρχισε να βλέπει Αγγέλους, δαίμονες και έλεγε στις αδελφές: «Γίνεται Λειτουργία. Δεν ακούτε;» Μετά μασούσε.

«Τί τρώτε;» Την ρωτούσανε.

«Μα, Αντίδωρο», απαντούσε. Είχε ένα μήνα να φάει. Με τον όρο τρεφόταν...

’Έπαιρνε ανήσυχο ύφος και απαντούσε.

«Ψέματα. Είναι ψέματα. Από νεανικής ηλικίας». Και διάφορα άλλα. «Σε ποιόν μιλάτε;» την ρωτούσαν. Έχουν το χαρτί, μια τό δείχνουν, μια τό παίρνουν. Είναι ψέματα αυτά που γράφουν».

Ήταν αντιμέτωπη με τις αντίδικες δυνάμεις. ’Έπαιρνε το κομβοσχοίνι της και προσευχόταν έντονα...

Δύο μέρες έβλεπε διάφορα και τά έλεγε στις μοναχές. Πότε τις γνώριζε, πότε ζούσε μόνη της, με όσα έβλεπε...

Είχε μαθευτεί στα άλλα Μοναστήρια τού νησιού ότι ήταν βαρειά και έρχονταν να πάρουν την ευχή της. Αυτό ήταν μία συγκινητική και τιμητική εκδήλωση σε εκείνη πού είχε τον εαυτό της κάτω από όλους. "Ηλθε και ο Μητροπολίτης Ιερόθεος και της έκανε ευχέλαιο.

Ευλαβούνταν ιδιαίτερα τον Άγιο Νεκτάριο. Πήγαιναν όλες οι μοναχές στις αγρυπνίες, στην μνήμη του, για να έρθει να βοηθήσει την ώρα του θανάτου. 

’Έτσι πίστευε και έλεγε στην αδελφότητα.

«Για να δούμε θα έρθει ο Άγιος;» απορούσαν οι αδελφές. Την τελευταία νύκτα ήταν δώδεκα η ώρα, στις 10 Αύγουστου. Είχε γυρίσει το κεφάλι προς τό παράθυρο και έβλεπε μακριά και έλεγε «Άγιε Διονύσιε, Άγιε Ιερόθεε, Άγιε... Άγιε...» και ξαφνικά φώναξε δυνατά: «Άγιε Νεκτάριε πρέσβευε υπέρ ημών». Ήταν μία απάντηση στην δυσπιστία των αδελφών πού την περιποιούνταν. Μια μοναχή άναψε θυμιατό. «Βλέπει πράγματα πού εμείς αδυνατούμε να δούμε», βεβαίωσε η μοναχή πού θύμιαζε...

Σε λίγο η Μοναχή Βασιλική τραβήχτηκε στην άκρη τού κρεβατιού, στηρίχθηκε στα πλευρά της, μαρμάρωσε κυριολεκτικά και παρακολουθούσε από την πόρτα ως τό παράθυρο, τον ερχομό μιας παρουσίας πού την αλλοίωσε. Μετά από λίγα λεπτά πήρε την συνηθισμένη θέση της, τράβηξε τό σεντόνι μέχρι τό πρόσωπο, ήρεμη, ικανοποιημένη και ψιθύρισε «Ο Κύριος! Τώρα δεν έχουν τίποτα να πουν».

Αναφέρθηκε στους δαίμονες πού την τρόμαζαν. Δεν ξαναμίλησε, δεν ξανακινήθηκε. ’Έμενε έτσι με άνοικτά μάτια, κάτι περίμενε. Τό απόγευμα στις 4 η ώρα ήρθε ο Γέροντας της Μονής πατήρ Γεώργιος Κρητικός. «Έ, της φώναξε, τί κάνεις;» Τότε μίλησε, τον γνώρισε:

 «Ήρθε και ο πνευματικός!», είπε. ’Έξω από το κελί συγκεντρώθηκε η αδελφότητα και έψαλλαν την παράκληση της Παναγίας. Στα μεγαλυνάρια, έγειρε τό κεφάλι και η ψυχή της πέταξε σε Εκείνον πού πόθησε και διακόνησε, για να χαίρεται αιώνια.

Επειδή δεν είχε συγγενείς, έλεγε ότι όταν πεθάνω κανείς δεν θα έρθει στην κηδεία μου. Όμως ο Χριστός την τίμησε ιδιαίτερα. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος κάλεσε τό οικοτροφείο θηλέων που ήταν τότε στο νησί και τις κατασκηνώτριες. Ήρθαν οι μοναχές από τα άλλα μοναστήρια, πλήθη κόσμου και οι Ιερείς του τόπου. ’

Έγινε τόσο μεγαλόπρεπη κηδεία που ή Γερόντισσα Γλυκερία κλαίγοντας έλεγε «Τι τελετή, τί τιμή γίνεται σήμερα για σένα παιδί μου»... Από την ενορία των Αγίων Αναργύρων πού διακονούσε έφθαναν κατά ομάδες τά πρόσωπα που είχε ευεργετήσει. Μία νέα πού θρήσκευε εντυπωσιάστηκε πολύ από την νεκρώσιμη ακολουθία και γενικά από την κηδεία της Γερόντισσας Βασιλικής που παρεκάλεσε ολόψυχα μέσα στον ναό «Θεέ μου, βοήθησε με να πεθάνω κι εγώ μοναχή». Μετά από μικρό χρονικό διάστημα πήγε μοναχή σε Μοναστήρι της Πελοποννήσου...

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ.

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/07/blog-post_50.html

=============================


MPAFAKH

Η ΜΟΝΑΧΗ ΓΛΥΚΕΡΙΑ ΜΠΑΦΑΚΗ ΗΓΟΥΜΕΝΗ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑΣ ΑΙΓΙΝΗΣ «Ἡ Γερόντισσα Γλυκερία βλέπει πίσω ἀπό τόν τοῖχο».

 Γεννήθηκε στην Κρήτη το 1893 από φτωχική οικογένεια. Ακόμη στην μεγαλόνησο υπήρχαν Τούρκοι και διηγιόταν μέ ψυχική ένταση τα πόσα υπέφεραν από αυτούς. Δεν πήγε πολλές τάξεις στο Δημοτικό σχολείο παρ' όλο πού ήταν πολύ έξυπνη. Ήταν μικρή όταν ήρθαν να μείνουν στον Πειραιά. Όταν μεγάλωσε συνδέθηκε μέ συνομήλικες της και πήγαιναν από την Κοκκινιά μέ τα πόδια στο Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι της Αναλήψεως στον Βύρωνα, στον Γέροντα Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη για να εξομολογηθούν.

Εκεί η ψυχή της αναπαυόταν και προόδευε πνευματικά. Ποθούσε την αγγελική ζωή, όμως η υγεία της δεν της επέτρεπε να πάει σε Μοναστήρι. Υπέφερε ιδιαίτερα από τα νεφρά της και είχε έντονους κεφαλόπονους.

Σε ηλικία 34 ετών αρρώστησε βαρειά. Ο Γέροντας επειδή γνώριζε τον πόθο της την έκανε μεγαλόσχημη μοναχή. Μετά την κουρά έγινε καλά και συνέχισε την πνευματική της πορεία.

 Γύρω της συγκεντρώθηκαν αρκετές νέες και σχημάτισαν ένα κύκλο πού διδάσκονταν από την Γερόντισσα Γλυκερία την μοναχική ζωή. Πολλές έφευγαν για Μοναστήρια και αρκετές έγιναν ηγουμένισσες. Η Γερόντισσα Γλυκερία ποθούσε να ιδρύσει Μοναστήρι, για να ησυχάσει μέ τις αδελφές πού δεν έφευγαν από κοντά της. Εκ φύσεως δυναμική, δραστήρια, μέ δυνατή πίστη, είχε τις προϋποθέσεις, αλλά δεν είχε χρήματα. Κοντά της ήταν και η Θεοδώρα Χατζηστεφάνου πού εργαζόταν ως νεωκόρος στον Ναό των Αγίων Αναργύρων Καραβά. 

Εκεί έγινε η κουρά της και πήρε τό όνομα Βασιλική. Ένωσαν τις προσευχές τους και Εκείνος πού επιβλέπει στις δεήσεις των παιδιών Του, έφερε κοντά τους μία ελεήμονα κυρία πού τούς έδωσε χρήματα για να αγοράσουν τό οικόπεδο. Ό 'Άγιος Νεκτάριος είχε θεραπεύσει θαυματουργικά την Γερόντισσα Γλυκερία από νευρικό κλονισμό και στην κατοχή των Γερμανών από φοβία. Δεν γνώριζε, δεν καταλάβαινε. Είδε τον 'Άγιο στο κρεβάτι της να στέκεται όρθιος και να την σταυρώνει. Έγινε γρήγορα καλά και δεν της παρουσιάσθηκε ποτέ παρόμοιο πρόβλημα. Η πίστη της και η αγάπη της για τον 'Άγιο, την τραβούσε στην Αίγινα. Μετά από ταλαιπωρία και πολλά ταξίδια δεν εύρισκε κατάλληλο χώρο. 

Είχε στενοχωρηθεί και φεύγοντας για τον Πειραιά παρακάλεσε τον Άγιο Νεκτάριο να της δείξει κάποιο σημείο αν είναι θέλημα Θεού να φτιάξει Μοναστήρι στην Αίγινα: «Κάνε Άγιε μου να κερδίσω τά ψάρια που κληρώνουν στο καράβι». Πήρε ένα χαρτάκι πού έγραφε κάποιο νούμερο. Περνούσε η ώρα και ταλαιπωρημένη αποκοιμήθηκε. Είχε γίνει η κλήρωση και φώναζε τό παλληκάρι πού είχε τά ψάρια τον τυχερό αριθμό. Για μια στιγμή συνειδητοποίησε ότι φώναξαν τό νούμερο πού ήταν στο δικό της χαρτάκι και χάρηκε πολύ.

Πήρε τά ψάρια σαν δώρο τού Αγίου, χαρούμενη ότι στο επόμενο ταξίδι θα έβρισκε οικόπεδο. Έτσι και έγινε. Στην περιοχή Χλόη της Αίγινας της πρότειναν τό οικόπεδο πού συγκέντρωνε όσα ζητούσε. Δεν είχε ούτε ρεύμα, ούτε νερό, ούτε τηλέφωνο και ήταν σε ακατοίκητο μέρος μέ έναν δύσκολο χωματόδρομο. Τό μισό κτήμα ήταν νταμάρι. Μέ καρότσες και άλογα γινόταν ή μεταφορά ακόμη και κατ’ εκείνο τό έτος, τό 1950.

Έπρεπε να κτίσει μερικά κελλάκια, να φυτεύσει δένδρα, να κάνει ένα μανδρότειχο. Με τί χρήματα όμως; Και όμως ο Θεός έβλεπε τον πόθο της και με οικονομίες και μικρές προσφορές ξεκίνησε τις εργασίες.

Η κυρία που προσέφερε την δωρεά για τό οικόπεδο της πρότεινε να της δώσει χρήματα να κτίσει ναό για την Αγία Αναστασία την Φαρμακολύτρια, στην μνήμη της μητέρας της που είχε τό όνομα αυτής της Αγίας.

Στην Γερόντισσα Γλυκερία, η Αγία Αναστασία της είχε χαρίσει την υγεία τότε πού κινδύνευε να πεθάνει. Την είχε δει στον ύπνο της και την βοήθησε να αποφύγει την εγχείρηση.

Όλα βοηθούσαν να έρθει η Αγία Αναστασία στο νησί των πολλών Αγίων.

Τά εγκαίνια του Ησυχαστηρίου έγιναν το 1961. Η αναγνώρισή του ως νομικού προσώπου δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 27-8-1965.

Όλα γίνονταν μέ θαυμαστά σημεία. Δεν υπήρχαν δυνατότητες ούτε από γνωριμίες, ούτε από χρήματα.Η Γερόντισσα επιθυμούσε να δει να αυξάνεται η αδελφότητα σε αριθμό.Η δυνατή της πίστη, η προσευχή της πού ήταν ολόψυχη κινούσε τά πάντα κατά θαυμαστό τρόπο.

Η υγεία της την ταλαιπωρούσε συχνά. Η χολή της είχε πέτρες και πονούσε. Είχε περάσει τά 85 χρόνια της. Κιτρίνισε και κινδύνευσε πάλι να πεθάνει. Δεν είχε ιατρική ασφάλεια, ούτε καμιά σύνταξη. «Ο Θεός τρέφει τους μοναχούς όπως τά πουλιά», έλεγε. Δεν φρόντιζε, ούτε μεριμνούσε να αποκτήσει τίποτε, αφού ο Θεός της τά χάριζε.

Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος, όταν κιτρίνισε και έπρεπε να χειρουργηθεί, μέ τις γνωριμίες πού είχε πρότεινε στον κύριο Γεώργιο Λαμπρόπουλο να φροντίσει για την Γερόντισσα. Μέ χρήματα πού γενναιόδωρα προσέφερε, την νοσήλευσαν στον Νοσοκομείο των κληρικών, στην πρώτη θέση και πλήρωνε κρεβάτι να είναι δίπλα της μία μοναχή για να την φροντίζει.

Όταν παραδειγματικά εργατική, λάτρης της τάξεως και της καθαριότητος και εξαιρετικά φιλόξενη. Είχε τό χάρισμα τού λόγου και στους προσκυνητές ανέφερε διηγήσεις Αγίων τόσο όμορφα,  πού τούς εντυπωσίαζε. Όταν φιλακόλουθη και δεν παρέλειπε τίποτε από τό τυπικό των Μοναστηριών.  Πολλές ηγουμένισσες πού είχαν τελειώσει Πανεπιστήμια την συμβουλεύονταν.

Ένας κληρικός πού είχε πολλά πνευματικά παιδιά, τά έστελνε να συμβουλεύονται την Γερόντισσα. Ο ίδιος μας είπε «Ή Γερόντισσα Γλυκερία βλέπει πίσω από τον τοίχο».

Κάποτε συζητούσε μέ μία Ηγούμενη, η οποία είχε παραμερίσει την προηγούμενη Γερόντισσα και μέ την βοήθεια τού πνευματικού τους, είχε πάρει την θέση της.Η Γερόντισσα Γλυκερία δεν γνώριζε αυτό τό περιστατικό. Όταν μιλούσε, της έλεγε αυστηρά και έντονα, ότι δεν είναι σωστό να γίνονται Ηγουμένισσες, διεκδικώντας μία θέση πού δεν τούς ανήκει...

Μια άλλη φορά, μια νέα πού θρήσκευε και ήθελε να γίνει μοναχή είχε καθίσει στην αυλή και ζητούσε από την Γερόντισσα συμβουλές για την μοναχική πολιτεία. Η Γερόντισσα δεν άκουγε καλά και μιλούσε δυνατά. Της είπε προς έκπληξη όλων ότι «πολλές καλογερεύουν μέχρι να βρουν τον γαμπρό».Η νέα σε μικρό διάστημα αρραβωνιάσθηκε...

Είχε έρθει μία γνωστή της Μονής από τον Καναδά, μαζί μέ τον σύζυγό της πού δεν ήταν Ορθόδοξος και υπέφερε από τά μάτια του. Είχε σοβαρό πρόβλημα. Ή κυρία παρακάλεσε την Γερόντισσα να τον σταυρώσει. Η Γερόντισσα ήταν απλή, ταπεινή και μέ την δυνατή πίστη της έγινε τό θαύμα. Ό Καναδέζος την ώρα πού τον σταύρωνε είδε φως υπερφυσικό. Τό έγραψε η σύζυγός του σε επιστολή, όταν γύρισαν στο σπίτι τους. Είχε γίνει τελείως καλά...

Είχε πάει στο Μοναστήρι η κόρη μιας οικογένειας πού την γνώριζε η Γερόντισσα. Η νέα προσκύνησε τις εικόνες και κάθισε στο στασίδι, ζητώντας να την σταυρώσει η Γερόντισσα. Κανείς δεν γνώριζε ότι είχε πρόβλημα από δαιμονική επήρεια. Μόλις την σταύρωσε, σπάραξε και άρχισε να κινεί πόδια, χέρια και βγήκαν τά παπούτσια της. Μόλις τελείωσε δεν παρουσίασε κάτι πού να δείχνει ότι ήταν άρρωστη. Τό θαύμα είχε γίνει...

’Έφθασε σε ηλικία 93 ετών, μέ σωματικές και νοητικές δυνάμεις ακμαίες. Αρρώστησε μόνο τρεις ημέρες. Κατά λάθος της έδωσαν οι γιατροί περισσότερη αντιβίωση. Τό κατάλαβε, «ο γιατρός φταίει», είπε. Έπαθε μερικούς σπασμούς στα χέρια και η καρδιά της έσβησε όσιακά την 8η Μαΐου τού έτους 1986, Πέμπτη της Διακαινησίμου. Κηδεύθηκε την επομένη, Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής. Διάβαζε επτά φορές την ημέρα τους Χαιρετισμούς της Παναγίας και την παρακαλούσε να την βοηθήσει. Η Ζωοδόχος Πηγή, την συνόδευε στο αιώνιο ταξίδι. Πριν πεθάνει, κοίταξε ψηλά και φώναξε: «Ιερουσαλήμ. Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ!».

Η πεποίθηση όλων των πνευματικών της τέκνων είναι ότι βρίσκεται στα 'Άγια σκηνώματα μετά των Αγίων και ιδιαίτερα με την Αγία Αναστασία. ’Έλεγε στην συνοδεία της ότι «η Αγία μας ετοίμασε σκήνωμα, Μοναστήρι, που θα μάς συγκεντρώσει εκεί όλες».

Οι μοναχές της είναι σίγουρες ότι βρήκε παρρησία στον ουρανό. Υπάρχουν δύο αποδείξεις απτές. Υπήρχε πρόβλημα για να κτίσουν κελιά. Υπήρχε μεγάλη στενότητα χώρου. Για να βγάλουν άδεια ήταν αδύνατο. Είχαν ξεπεράσει τά τετραγωνικά μέτρα πού όριζε ή πολεοδομία.

Μόλις κοιμήθηκε εν Κυρίω η Γερόντισσα, ένας Επίσκοπος πού είχε καταγωγή από την Αίγινα, ήταν στην Ναοδομία. Είχε γίνει ένας νόμος και μπορούσαν να χορηγήσουν άδειες στα Μοναστήρια. ’Έφερε στις μοναχές την άδεια σε λίγες ημέρες στην Μονή, χωρίς καν να πάνε στην Αθήνα ή να έχουν κάποια ελάχιστη επιβάρυνση!

Κάτι ακόμη πού τό διαπιστώνουν οι μοναχές μέχρι σήμερα: Της άρεσαν πολύ τά ψάρια. Τά στερήθηκε όταν ζούσε. Κάτι κατεψυγμένα ή μικρά μπορούσαν να προμηθευθούν. Μέ την ευχή της δεν έχουν ακόμη από τό 1986 αγοράσει ψάρια. Τά πηγαίνουν διάφοροι από εκεί πού δεν το περιμένουν. Μερικές φορές είναι αρκετά μεγάλα και μονολογούν, «που να είναι η Γερόντισσα να τα δει/».

Και σε μικρότερα θέματα της Μονής αισθάνονται την δυνατή της ευχή να τις σκεπάζει...

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ. ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΚΑΒΒΑΔΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ. 

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/07/blog-post_97.html