---Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια αυτά δεν είναι σαν και εκείνα που ξέρεις , δεν σπάζουν.

Καθώς προχωρούσα λοιπόν πατούσα και δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά μου, ένα απότομο κατήφορο, χωματόδρομο πολύ επικίνδυνο και λέω.

---Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάσει κανένα αυτοκίνητο θα κινδυνεύσει.

Μου λέει τότε ο γέροντας.

---Εδώ πάτερ Ιάκωβε δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ας` τον αυτόν τον δρόμο μην τον κοιτάζεις καθόλου, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίσεις.

Βαδίζαμε λοιπόν στο ανθισμένο αυτό δρόμο και λέω. «ας κοιτάξω τι υπάρχει γύρω».

Βλέπω κάτι ωραιότητα σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις περιφράξεις τους με τις εξώπορτες τους, γεμάτα λουλούδια και ομορφιά και φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος μέσα.

Λέω τότε στον Γέροντα που με συνόδευε.

----Γέροντα, τι ησυχία και τι ομορφιά είναι αυτή; Ας είχα και εγώ ένα τέτοιο σπιτάκι να κάθομαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατι εγώ είμαι άνθρωπος της ησυχίας.

Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του και μου έδειξε το σπιτάκι του που ήταν για μένα.

Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελί μου και είπα.

----Γιατί ξαναγύρισα σ` αυτό το κόσμο; Αχ να μην ξαναγύριζα, αλλά να έμενα για πάντα εκεί!!!

 

Πηγή: Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής ΒΑΡΕΙΑΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ