Καί μέ ρωτάει: «Πού είναι, παιδί μου; Πού είναι, παιδάκι μου;”, δέν τήν έβλεπε ή μητέρα μου. “Νά καλέ μαμά, εδώ στο παγκάρι, δέν Τήν βλέπεις; Κοίταξε τί άνάστημα, τί όμορφη πού είναι, πολύ ωραία, λάμπει, μαμά, λάμπει!”.

Η γυναίκα αύτή, μόλις φώναξα, βάδισε σιγά-σιγά, άνοιξε τήν Ωραία Πύλη καί μπήκε μέσα στο Ιερό.

Αυτό δέν μπορώ νά τό ξεχάσω, όπου πάω κι όπου σταθώ, αύτό τό πρόσωπο βλέπω μπροστά μου. Κι άπό τότε άρχισα νά κάνω τήν Παράκλησι τής Παναγίας. Πολύ τήν αγαπώ. Τέτοια αγάπη πού έχω στήν Παναγία, Γερόντισσα, μά δέν λέγεται». «’Έ, τού είπα, αφού Τήν αγαπάς νά εύχεσαι καί γιά μένα». «Πολύ Τήν άγαπάω. Αλήθεια, δέν μπορώ νά σάς τό περιγράφω». Καί τού είπα: «Αφού τόσο Τήν άγαπάς άντί γιά μία φορά, τρεις φορές τήν ήμέρα νά Τής κάνης Παράκλησι».

«Ναί; μέ ρώτησε, μπορώ;». «Πώς δέν μπορείς, τού απάντησα, τρεις φορές τήν ήμέρα Παράκλησι νά κάνης». Τί μεγαλείο, τί πίστι πού έχουμε!

Σκεφτείτε, αφού καί τώρα πού είναι μεγάλος άνθρωπος, Τήν βλέπει μπροστά του, μετά άπό τόσα χρόνια! Δέν μπορεί νά τού φύγη αύτή ή μορφή! Καί λέω, γιά κοίταξε τί κάνει ό Θεός.

Τί εμφυτεύτηκε στήν ψυχή αυτού τού άνθρώπου άπό τήν παιδική του ήλικία. Κι όταν τά διηγείτο άστραφτε τό πρόσωπό του, κι έβλεπες τό θειο χορτασμό στήν καρδιά του.

Έμεινα άναλογιζομένη τί μπορεί νά συναντήση κανείς σ’ ένα κοσμικό άνθρωπο! Τα ματάκια του μέσα δάκρυζαν αφού μου ήρθε μέσα στην ψυχή μου ένα άλλο πράγμα- τόσο πολύ άντανάκλασε ή Χάρις τής Παναγίας μέσα στήν ψυχή μου.

Τόση ευλάβεια αίσθάνθηκα, τόσο πολύ αλλοιώθηκα, πού, κατά κάποιον τρόπο, ή ψυχή μου ήθελε νά τον άγκαλιάση. Και ήθελα νά καταλήξω, τί ωραίο πράγμα ή Κυρία Θεοτόκος νά παρουσιάζεται σέ ώρισμένους άνθρώπους, γιά νά μάς δείξη τά μεγαλεία πού έχει ετοιμάσει ό Θεός στον ούρανό καί τήν άγάπη πού έχει προς έμάς! Τί σπουδαίο, πολύ σπουδαίο!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.
ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΜΑΚΡΙΝΑ ΒΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ. "ΛΟΓΙΑ ΚΑΡΔΙΑΣ".