«Λόγῳ τοῦ γεγονότος ὅτι οἱ περισσότερες ἀπὸ τὶς Ενορίεςτῆς Πολωνικῆς Ἐκκλησίας
(96%) ἑορτάζουν τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀργίες μὲ βάση τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο, καὶ κατόπιν αἰτήματος τοῦ Συμβουλίου τῶν Ἐπισκόπων ἀνετράπη ἡ ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς 12ης Ἀπριλίου 1924 καὶ ἔπειτα ἡ μετάβαση στὸ νέο Γρηγοριανὸ ἡμερολόγιο.
Ἡ Σύνοδος ἀποφάσισε νὰ ἐπανέλθει στὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο ἀπὸ τὶς 15 Ἰουνίου 2014 τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων».
Ὑπογραμμίζεται ὅτι διὰ πρώτην φορὰν συμβαίνει Ἐκκλησία τοῦ Νέου ἡμερολογίου νὰ ἐπι-
στρέφη εἰς τὸ Παλαιόν.
Σύμφωνα μέ διπλωματικοὺς παράγοντες ἡ ἀπόφασις πρέπει νὰ συνδέεται μὲ τὴν στοίχησιν μετὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Μόσχας, μετὰ τῆς ὁποίας ἔχει«στοιχηθῆ» καὶ τὸ Πατριαρχεῖον Ἀντιοχείας.
Ἡ πρώτη ἀπόδειξις ἦταν ἡ ἀναγνώρισις τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Τσεχίας καὶ Σλοβακίας, ὅταν αὐτὴν τὴν κήρυξεν ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀντικανονικήν
"Ορθόδοξος Τύπος "