“…Ἤρξατο τότε σφοδρότατος καταιγισμὸς πυρός, κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ ὁποίου οἱ 6 λόχοι τοῦ Βελισσαρίου, προχωροῦντες ταχέως ἔφθασαν εἰς ἀπόστασιν ἐφόδου ἀπὸ τῆς πρώτης γραμμῆς τῶν βουλγαρικῶν ὀρυγμάτων. Καὶ εἶδoν τὸ ἀλησμόνητον θέαμα τῆς ἐφόδου τῶν 6 εὐζωνικῶν λόχων τοῦ Βελισσαρίου, οἱ ὁποῖοι καθ’ ἃς εἶχαν ὁδηγίας ὑπὸ τοῦ διοικητοῦ των, ἔβαλον αἰφνιδίως ταχύτατον ὀλιγόλεπτον πῦρ ἐναντίον τοῦ ἐχθροῦ, μετὰ τὸ ὁποῖον ὥρμησαν ἀκάθεκτοι καὶ μὲ βροντώδεις ἀλαλαγμοὺς ἐναντίον τῶν ἐπὶ τῆς πρώτης ὀφρύος τοῦ λόφου βουλγαρικῶν χαρακωμάτων.

Ἡ γραμμὴ τῶν ἐφορμούντων λόχων, μὲ τὰς ἀπαστραπτούσας ὑπὸ τὸν ἥλιον ὑπερχιλίας λόγχας ὡμοίαζεν πρὸς χαλυβδίνην ταινίαν, ἡ ὁποία ἀπειλητικὴ ἐπήρχετο ἐναντίον τῶν ἐχθρικῶν ὀρυγμάτων. Ὁ ἀγὼν ὑπῆρξεν μεγαλειώδης. Οἱ Βούλγαροι ἀνετράπησαν ἢ ἐξοντώθησαν διὰ τῆς λόγχης. Αὐτὸ ἦτο τὸ μεγαλύτερον κατόρθωμα τοῦ Βελισσαρίου καὶ μὲ δικαίαν ὑπερηφάνειαν ἐφώναξεν εἰς τὸν λοχαγὸν Ζήραν, ἄλλον γενναῖον, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε εἰς τὸ σύνταγμα τοῦ Παπακυριαζῆ, τοῦ μπατζανάκη τοῦ Βελισσαρίου.


----Βρὲ Ζήρα, ποῦ εἶναι ὁ Διοικητής σου νὰ δῆ;

---Ζήρας: Σκοτώθηκε.
Εἶχε πέσει πρὸ ὀλίγου μόλις, μαχόμενος μὲ τὸν ἴδιον ἀπαράμιλλον τρόπον.

Καὶ τότε τὸ πρόσωπο τοῦ Βελισσαρίου ἐμαύρισεν ἀπὸ τὸ πένθος. Ἔβγαλε τὸ πηλίκιόν του, ἔκαμε τὸν σταυρό του, ἐδάκρυσεν καὶ ἐτράβηξεν μπροστὰ μὲ περισσοτέραν ὁρμήν.

Ἐκεῖ παρακάτω στὴν Τζουμαγιά, στὸ ὕψωμα 1378, τὸν ἐπερίμενε κι’ αὐτὸν ὁ Χάρος…».
 

(Ἀπὸ τὸ Ἀναμνηστικὸ Λεύκωμα γιὰ τὰ 50 χρόνια τῆς μάχης τοῦ Κιλκίς. Θεσσαλονίκη, 1964).


Στίς 23 Ἰουλίου τοῦ 1929, ὁ τότε πρωθυπουργὸς Ἐλευθέριος Βενιζέλος, ἐπισκέπτεται τὸ Κιλκίς...
Σκοπός του, νὰ τιμήσει τοὺς ἀτίμητους μαχητὲς τῆς Μακεδονίας μας, τοὺς Κιλκισιομάχους. Ὁ σπουδαῖος Ἀθηναῖος γλύπτης Γ. Δημητριάδης ἔχει «ἱστορήσει» καὶ κοσμήσει, μ’ ἕνα ἐξαιρετικὸ γλυπτό, τὸν λόφο ὅπου διαδραματίσθηκε ἡ περιώνυμη μάχη.

 
Μαζί του ὁ ἐθνικός μας ποιητὴς Κ. Παλαμᾶς, ποὺ διαβάζει τὸν ἐξαίσιο στίχο γραμμένο στο μάρμαρο: «Ἡ Πατρίδα στοὺς νεκρούς της». Καὶ ἀκούγεται στὸν αἱματοβαμμένο λόφο ἡ φωνή, ἡ φλογέρα τοῦ Γέροντα ποιητῆ τοῦ Γένους Κωστή Παλαμά :

 

« Παιδιά μου, ὅσοι, προφῆτες μου,
στρατιῶτες, ἀρχηγοί,
σὰν τὰ λιοντάρια στήσατε
κορμιὰ καὶ σὰν τὰ κάστρα
καὶ μέσ’ στὴν Μακεδονικὴ ματοθρεμμένη γῆ
βάλατε τὴν εἰκόνα μου
φερτὴ σὰν ἀπὸ τ’ ἄστρα

σ᾽ τοῦ Λαχανᾶ καὶ σ᾽ τοῦ Κιλκὶς
τὴν Εκκλησιὰ τὴν πλάστρα,
πνοὲς κι’ ἂν πλανάστε σ’ ἄλλη ζωή,
λείψανα κι’ ἂν κοιμάστε
σᾶς λειτουργῶ στὴν δόξα μου.
Μακαρισμένοι νά ᾽στε».

 

Γράφει ἡ ἐπιτύμβιος στήλη τῆς μάχης τοῦ Κιλκίς, ὀνόματα, πολλά ονόματα. Ὀνόματα ἡρώων, ἀξιωματικῶν καὶ στρατιωτῶν, ποὺ ἄφησαν τὰ ἁγιασμένα κόκαλά τους στὰ σιταροχώραφα τοῦ Κιλκίς, πολλοὶ κάηκαν ζωντανοὶ ἀπὸ τὴν φωτιὰ ποὺ ἅρπαξαν τὰ μεστωμένα στάρια, τραυματίες ἀβοήθητοι.

Οἱ ἀγρότες πού τὰ κατοπινὰ χρόνια όργωναν τὰ χωράφια τους ἀπὸ τὸ Καμπάνη ἕως τὸ Κιλκίς ξεσήκωναν μέ τὰ ἀλέτρια κόκαλα. Τὰ τύλιγαν οἱ γεωργοὶ σὲ καθαρὰ σεντόνια, τὰ ἔθαβαν καὶ ἔκαναν τὸν σταυρό τους…

Καὶ οἱ παπαροῦνες σ’ αὐτὰ τὰ χωράφια, ἔλεγε ἕνας παλιός, εἶχαν χρῶμα σὰν τὸ αἷμα.

Αἰωνία ἡ μνήμη τῶν μαχητῶν τοῦ Κιλκίς.
.
         «Ἂν σκάψουμε, παιδιά, τὸ χῶμα ποὺ πατᾶτε, θὰ βροῦμε κόκαλα Ἑλλήνων στρατιωτῶν». Ὅπως τὸ λέει ὁ ποιητής μας, ἔτσι βγῆκε ἡ ἐλευθερία μας, ἔλεγαν οἱ παλιοί μας οἱ δάσκαλοι. 

Τώρα οἱ ἀνθέλληνες τα ποδοπατοῦν, ντροπιάζοντας και τον εαυτό τους αλλά και τὰ ἱερὰ κόκαλα… 

Συζητοῦν γιὰ «Νέα Μακεδονία» ὅτι ἐπίκειται συμφωνία. Θὰ ἀναγνωρίσουμε, ψιθυρίζουν οἱ γονατισμένοι· δηλαδὴ θὰ ξεπουλήσουμε !!!

 Γι’ αὐτὸ το ξεπούλημα όμως ἔπεσαν οἱ ἥρωες τοῦ Κιλκὶς-Λαχανᾶ;

Εἶμαι Μακεδὼν τὸ γένος, 28 χρόνια δάσκαλος. Ὅλοι ἐμεῖς οἱ δάσκαλοι διδάσκαμε ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πολεμήσαμε γιὰ νὰ ἀπελευθερώσουμε τὴν Κρήτη, τὴν Ἤπειρο, τὴν Θεσσαλία, τὴν Θράκη, τὴν Μακεδονία. Καὶ ὅ,τι όποιο μέρος μας ἀπελευθερώναμε ἦταν Ἑλλάδα. Στὴ μάχη Κιλκὶς- Λαχανᾶ ἔπεσαν 8.500 Έλληνες. Κατατροπώθηκαν οἱ ὑπερφίαλοι Βούλγαροι.

Τώρα ἂν τολμήσουν τὰ ἀπολειφάδια τῆς σήμερον πού μας κυβερνούνε καὶ παραδώσουν τὸ ὄνομα - ὄνομα = ἔδαφος - , θὰ μᾶς ἐλέγξουν ὡς πνευματικῶς ἀνέντιμους καὶ προδότες ὅλες οἱ προηγούμενες καὶ ἑπόμενες γενεὲς τῶν μαθητῶν μας.

(Τί θὰ πῶ τώρα εγώ στοὺς μαθητές μου; Συγγνώμη, λάθος, σᾶς ἔλεγα τόσα χρόνια ψέματα. Τὸ ψεῦδος ὅμως ἀνήκει στοὺς προσκυνημένους…

Νὰ ξεσηκώσουμε λοιπόν μαθητές, γονεῖς, κοιμωμένους παράγοντες, δεσποτάδες γιὰ τὸ συλλαλητήριο. Ἂν χαθῆ τὸ ὄνομα, τότε είναι «νὰ πᾶμε νὰ πνιγοῦμε, καί να χαθούμε » ὅλοι μας…).


Ξαναγράφω ἕνα ἡρωϊκὸ ἐπεισόδιο ποὺ συνέβη κατὰ τὴν Μικρασιατικὴ Καταστροφή. Στὶς 26 Αὐγούστου 1922, στὴν Σμύρνη ὁ στρατὸς ἐπιβιβάζεται σὲ πλοῖα γιὰ ἐπιστροφὴ στὴν Ἑλλάδα. Μὲ τὴν βία ἀνεβαίνει καὶ ὁ ταγματάρχης πεζικοῦ Κων. Μουτσούλας. Ὅταν τὸ πλοῖο «Νάξος» εἰσερχόταν στὸ λιμάνι τῆς Χίου, κατάμεστο ἀπὸ ρακένδυτους πρόσφυγες, ὁ ταγματάρχης Μουτσούλας ἀνέβηκε στὸ κατάστρωμα, τράβηξε τὴν προσοχὴ ὅλων καὶ φώναξε:

«ἔπειτα ἀπ’ αὐτὸ τὸ αἶσχος τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς, δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ πατήσουμε χῶμα Ἑλληνικό. Νὰ πᾶμε νὰ πνιγοῦμε πρέπει, καὶ πρῶτος ἐγὼ δίνω τὸ παράδειγμα…». Κι΄ ἔπεσε στὴν θάλασσα καὶ πνίγηκε.

(Τὸ διέσωσε ὁ Χρ. Ἀγγελομάτης, στὸ «Χρονικὸν τῆς Μεγάλης Τραγωδίας», σελ. 184).

Ἦλθε ἡ στιγμὴ λοιπόν πού ἐμεῖς οἱ τωρινοὶ Ἕλληνες, οἱ Μακεδόνες, νὰ ἀπαντήσουμε στὸ ἐρώτημα στὸ προαιώνιο, σ᾽ αὐτὸ ποὺ σπανίως παρουσιάζεται στὴν ζωὴ τῶν ἐθνῶν, ποὺ ὅμως σημαδεύει ἀνοξείδωτα τὸ βάδισμά τους στὴν ἱστορία: ΝΑΙ ἢ ΟΧΙ…

 

Δημήτρης Νατσιὸς

Δάσκαλος - Κιλκὶς