-Πως το έπαθες αυτό; τον ρώτησαν κοροϊδευτικά. Εκείνος χαμογέλασε, αλλά δεν αποκρίθηκε τίποτε. Μερικές τον χτύπησαν, ενώ άλλες δοκίμαζαν με πολλά χάδια και φιλήματα να τον παρασύρουν στην αμαρτία.

Όταν τον είδαν τελείως απαθή, έλεγαν:


– Αυτός η νεκρός είναι, η ξύλινος, η πέτρινος!


Ο όσιος όμως έβλεπε ανάμεσά τους τον δαίμονα της πορνείας! Ήταν μαύρος σαν Αράπης. Στο κεφάλι του δεν είχε μαλλιά. Είχε κοπριά ανακατεμένη με στάχτη. Τα μάτια του έμοιαζαν με της αλεπούς, ενώ στον ώμο του είχε ριγμένο ένα απαίσιο κουρέλι. Από πάνω του έβγαινε τριπλή δυσωδία, που θύμιζε σαπίλα, βόρβορο και ακαθαρσία. Ήταν τόσο έντονη, ώστε ο μακάριος έφτυνε συχνά από αηδία και έπιανε τη μύτη του.

Βλέποντάς τον ο δαίμονας να τον αηδιάζη τόσο πολύ, του είπε:

– Εμένα οι άνθρωποι μ’ έχουν στην καρδιά τους σαν μέλι γλυκό, κι εσύ με συχαίνεσαι και με φτύνεις;
Ο όσιος, αφού τον ειρωνεύτηκε για την ασχήμια και τη δυσωδία του, έφυγε από το άντρο της αμαρτίας».

• Ο Ιερός Χρυσόστομος στην Γ  Ὁμιλία του «Εις το “είδον τον Κύριον καθήμενον…”» μας συμβουλεύει:
«Τι λοιπόν, η ομορφιά είναι αιτία αμαρτίας; Μη γένοιτο. Γιατί είναι έργο της σοφίας του Θεού. Ένα έργο του Θεού δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει αίτιο κακίας. Τότε μήπως το ότι τις είδαν; Ούτε αυτό. Γιατί κι αυτό είναι έργο της φύσεως. Τότε ποιό; Το ότι τις είδαν κακώς. Γιατί αυτό προέρχεται από διεφθαρμένη προαίρεση.

Γι’ αυτό και κάποιος σοφός συμβουλεύει λέγοντας: «Μη περιεργάζεσαι την ξένη ομορφιά» (Σοφ. Σειράχ 9,8). Δεν είπε «μη κοιτάζεις», γιατί αυτό μπορεί να γίνει και αυτόματα, αλλά «μη περιεργάζεσαι», λέγει, απαγορεύοντας την προσεκτική παρατήρηση, την περίεργη θέα, το πονηρό κοίταγμα με επιμονή, που προέρχεται από ψυχή διεφθαρμένη, που είναι κυριευμένη από επιθυμία».